Μάξιμος ο Ομολογητής, Άγιος: Δεύτερη Εκατοντάδα Κεφαλαίων περί Αγάπης - Point of view

Εν τάχει

Μάξιμος ο Ομολογητής, Άγιος: Δεύτερη Εκατοντάδα Κεφαλαίων περί Αγάπης



 1.    Όποιος αγαπά αληθινά το Θεό, αυτός οπωσδήποτε προσεύχεται χωρίς να διασπάται. Και όποιος προσεύχεται με αυτόν τον τρόπο, αυτός αγαπά αληθινά το Θεό. Δεν προσεύχεται απερίσπαστα εκείνος που έχει το νου του προσηλωμένο σε κάτι από τα επίγεια.
2.    Ο νους που χρονοτριβεί σε κάποιο αισθητό πράγμα, οπωσδήποτε έχει πάθος προς αυτό. πάθος επιθυμίας, λύπης, οργής ή μνησικακίας. Και αν δεν καταφρονήσει εκείνο το πράγμα, δεν μπορεί να ελευθερωθεί από το αντίστοιχο πάθος.

3.    Όταν τα πάθη κυριαρχούν στο νου, τον δένουν με τα υλικά πράγματα, και αφού τον χωρίσουν από το Θεό, τον κάνουν να ασχολείται με αυτά. Όταν όμως επικρατήσει η αγάπη του Θεού, τον λύνει από τα δεσμά και τον πείθει να περιφρονεί όχι μόνο τα αισθητά πράγματα, αλλά και αυτή την πρόσκαιρη ζωή.


4.    Αποτέλεσμα της τηρήσεως των εντολών είναι να γίνονται απαθή τα νοήματα των πραγμάτων. Αποτέλεσμα της αναγνώσεως και της θεωρίας, να γίνεται ο νους άϋλος και ασχημάτιστος. Απ’ αυτό προέρχεται το να προσεύχεται κανείς απερίσπαστα.


5.    Δεν φτάνει η πρακτική εξάσκηση των αρετών για να ελευθερωθεί τελείως ο νους από τα πάθη, ώστε να μπορέσει να προσεύχεται απερίσπαστα, αν δεν ακολουθούν και διάφορες πνευματικές θεωρίες. Γιατί η πρακτική αρετή ελευθερώνει το νου μόνον από την ακράτεια και το μίσος, ενώ οι πνευματικές θεωρίες τον απαλλάσσουν από την λήθη και την άγνοια. Και έτσι θα μπορέσει να προσευχηθεί όπως πρέπει.


6.    Δύο ακρότατες καταστάσεις υπάρχουν της καθαρής προσευχής, από τις οποίες η μία συμβαίνει στους πρακτικούς και η άλλη στους θεωρητικούς. Και η πρώτη έρχεται στην ψυχή από τον φόβο του Θεού και την αγαθή ελπίδα, η άλλη από το θείο έρωτα και την τελειότατη κάθαρση. Γνώρισμα της πρώτης καταστάσεως είναι να μαζεύει κανείς το νου του απ’ όλα τα νοήματα του κόσμου και, σαν να βρίσκεται κοντά του ο Θεός ο ίδιος, όπως και πράγματι είναι παρών, να προσεύχεται απερίσπαστα και ανενόχλητα. Γνώρισμα της άλλης καταστάσεως είναι, μέσα σ’ αυτή την ορμή της προσευχής να αρπαγεί ο νους από το θείο και άπειρο φως, και μήτε τον εαυτό του, μήτε κανένα άλλο από τα όντα να αντιλαμβάνεται, παρά μόνο Αυτόν που ενεργεί μέσα του με την αγάπη την έλλαμψη αυτή. Και τότε είναι που ο νους, καθώς κινείται γύρω από τους λόγους περί Θεού, δέχεται τις φανερώσεις γι’ Αυτόν καθαρές και ευδιάκριτες.


7.    Εκείνο που αγαπά κανείς, σ’ αυτό και είναι προσηλωμένος και καταφρονεί όλα όσα τον εμποδίζουν από αυτό, για να μην το στερηθεί. Και εκείνος που αγαπά το Θεό, καλλιεργεί την καθαρή προσευχή, και κάθε πάθος που τον εμποδίζει από την αγάπη του αυτή, το αποδιώχνει από μέσα του.


8.    Εκείνος που απέβαλλε την μητέρα των παθών, την φιλαυτία, εύκολα απαλλάσσεται, με τη βοήθεια του Θεού, και από τα άλλα πάθη, την οργή, την λύπη, την μνησικακία κτλ. Εκείνος όμως που είναι υποχείριος στο πρώτο, ακόμα και αν δεν θέλει, πληγώνεται και από τα άλλα πάθη. Φιλαυτία είναι η άλογη αγάπη προς το σώμα μας.


9.    Για τις εξής πέντε αιτίες οι άνθρωποι αγαπούν ο ένας τον άλλο με τρόπο είτε αξιέπαινο, είτε αξιοκατηγόρητο. Δηλαδή ή για το Θεό, όπως ο ενάρετος τους αγαπά όλους, και όπως αγαπά τον ενάρετο κάποιος που δεν είναι ακόμα ενάρετος. ή για φυσικούς λόγους, όπως οι γονείς αγαπούν τα παιδιά τους και αντιστρόφως. ή από κενοδοξία, όπως εκείνος που δοξάζεται αγαπά εκείνον που τον δοξάζει. ή από φιλαργυρία, όπως εκείνος που αγαπά τον πλούσιο, επειδή έλαβε κάτι απ’ αυτόν. ή από φιληδονία, όπως εκείνος που ικανοποιεί από άλλον την κοιλιά του ή την σαρκική του επιθυμία. Η πρώτη αιτία είναι αξιέπαινη. η δεύτερη ούτε αξιέπαινη ούτε αξιοκατηγόρητη. οι υπόλοιπες είναι εμπαθείς.


10.   Αν μερικούς τους μισείς, και μερικούς ούτε τους αγαπάς ούτε τους μισείς, και μερικούς τους αγαπάς μέτρια ενώ άλλους πάρα πολύ, απ’ αυτή την ανισότητα μάθε ότι είσαι μακριά από την τέλεια αγάπη, η οποία διδάσκει να αγαπήσεις κάθε άνθρωπο εξίσου.


11.    Απομακρύνσου από το κακό και πράξε το αγαθό(Ψαλμ. 33, 15). δηλαδή πολέμησε τους εχθρούς, για να περιορίσεις τα πάθη, κι έπειτα πρόσεχε να μη μεγαλώσουν. Και πάλι πολέμησε για να αποκτήσεις τις αρετές, κι έπειτα πρόσεχε για να τις φυλάξεις. Αυτό το νόημα έχει και η φράση: «Να εργάζεσαι και να φυλάγεις»(Γεν. 2, 15).


12.   Οι δαίμονες, που μας πειράζουν κατά παραχώρηση του Θεού, ή θερμαίνουν το επιθυμητικό μέρος της ψυχής, ή ταράζουν το θυμικό, ή θολώνουν το λογιστικό, ή προκαλούν πόνους στο σώμα, ή αρπάζουν τα πράγματά μας.


13.   Οι δαίμονες, ή μας πειράζουν αυτοί οι ίδιοι ή εξεγείρουν εναντίον μας εκείνους που δεν φοβούνται τον Κύριο. Αυτοί οι ίδιοι μάς πειράζουν, όταν χωριστούμε από τους ανθρώπους, όπως τον Κύριο στην έρημο(Ματθ. 4, 3-10). Και μέσω ανθρώπων, όταν ζούμε μαζί με τους ανθρώπους, όπως τον Κύριο μέσω των Φαρισαίων. Εμείς όμως, ατενίζοντας το πρότυπό μας, τον Κύριο, θα τους αποκρούσουμε και στις δύο περιπτώσεις.


14.   Όταν ο νους αρχίζει να προοδεύει στην αγάπη του Θεού, τότε αρχίζει να τον πειράζει ο δαίμονας της βλασφημίας, και του υποβάλλει τέτοιους λογισμούς, τους οποίους κανένας άνθρωπος δε μπορεί να εφεύρει, παρά μόνο ο τεχνίτης της δουλειάς αυτής, ο διάβολος. Κι αυτό το κάνει από φθόνο εναντίον εκείνου που αγαπά το Θεό, για να τον φέρει σε απελπισία για τους λογισμούς του αυτούς, ώστε να μην τολμήσει να ξαναϋψωθεί προς Αυτόν με τη συνηθισμένη του προσευχή. Τίποτε όμως απ’ αυτό δεν ωφελείται ο κακούργος, αλλά μάλλον μάς κάνει πιο στερεούς. Γιατί όταν μας πολεμά και τον αντιπολεμούμε, γινόμαστε πιο έμπειροι και πιο γνήσιοι στην αγάπη του Θεού. Η ρομφαία του ας μπει στην καρδιά του και ας συντριβούν τα τόξα του(Ψαλμ. 36, 15).


15.    Ο νους όταν ασχολείται με τα ορατά, τα νοεί όπως είναι στη φύση τους δια μέσου της αισθήσεως. Και βέβαια, ούτε ο νους είναι κακό, ούτε η κατά φύση νόηση, ούτε τα πράγματα, ούτε η αίσθηση. Επειδή αυτά είναι έργα του Θεού. Ποιο είναι λοιπόν το κακό; Είναι φανερό ότι είναι το πάθος που εισέρχεται στην κατά φύση νόηση, και το οποίο μπορεί να μην υπάρχει στα διάφορα νοήματα, αν ο νους είναι άγρυπνος.


16. Πάθος είναι μία κίνηση της ψυχής έξω από τη φυσική της κατάσταση ή προς μια αγάπη παράλογη, ή προς ένα μίσος άκριτο για κάποιον ή για κάτι από τα αισθητά. Παράλογη είναι η αγάπη λ.χ. για φαγητά ή για γυναίκα ή για χρήματα ή για δόξα περαστική ή για κάτι άλλο από τα αισθητά πράγματα, ή προς κάποιον που εξασφαλίζει τα παραπάνω. Μίσος άκριτο είναι λ.χ. είτε για κάτι απ’ όσα προείπαμε, είτε εναντίον κάποιου εξαιτίας αυτών.


17.   Κακία πάλι είναι η εσφαλμένη κρίση των νοημάτων, την οποία ακολουθεί η κακή χρήση των πραγμάτων. Π.χ. στην περίπτωση της γυναίκας, η ορθή κρίση για τη σαρκική επαφή, είναι η γέννηση παιδιών. Εκείνος λοιπόν που απέβλεψε στην ηδονή, έσφαλλε στην κρίση του, γιατί θεώρησε το μη καλό ως καλό. Αυτός λοιπόν κάνει κακή χρήση της γυναίκας, όταν έρχεται σ’ επαφή μαζί της. Παρόμοια συμβαίνει και με τα άλλα πράγματα και νοήματα.


18.   Όταν οι δαίμονες βγάλουν το νου σου από τη σωφροσύνη και τον περικυκλώσουν με τους λογισμούς της πορνείας, τότε λέγε με δάκρυα στον Κύριο: «Αφού με έβγαλαν έξω, με περικύκλωσαν(Ψαλμ. 16, 11). Εσύ που είσαι η αγαλλίασή μου, γλύτωσέ με από αυτούς που με κύκλωσαν»(Ψαλμ. 31, 7). Και θα σωθείς.


19.   Ο δαίμονας της πορνείας είναι δυνατός και επιτίθεται με σφοδρότητα σ’ αυτούς που αγωνίζονται εναντίον αυτού του πάθους, και μάλιστα σ’ όσους δεν προσέχουν στο θέμα της τροφής και συναναστρέφονται με γυναίκες. Γιατί εξαπατώντας με τρόπο το νου με την απαλότητα της ηδονής, εμφανίζεται κατόπιν στην ώρα της ησυχίας και με τη μνήμη φλογίζει το σώμα και παρουσιάζει στο νου διάφορες μορφές. Έτσι τον παρακινεί να δώσει τη συγκατάθεσή του στην αμαρτία. Αν δε θέλεις να χρονίζουν αυτές οι μορφές μέσα σου, χρησιμοποίησε τη νηστεία, τους κόπους, την αγρυπνία και την καλή ησυχία με ακατάπαυστη και ένθερμη προσευχή.


20. Οι δαίμονες που ζητούν αδιάκοπα την ψυχή μας, την ζητούν με τους εμπαθείς λογισμούς, για να την ρίξουν στην κατά διάνοια αμαρτία ή στην έμπρακτη. Όταν βρουν λοιπόν το νου να μην τους δέχεται, τότε θα ντραπούν και θα καταισχυνθούν. Όταν τον δουν ν’ ασχολείται με την πνευματική θεωρία, τότε θα υποχωρήσουν και θα καταντροπιαστούν ταχύτατα.


21.   Εκείνος που ετοιμάζει το νου του προς τους ιερούς αγώνες και διώχνει από αυτόν τους εμπαθείς λογισμούς, είναι αντίστοιχος με διάκονο. Εκείνος που φωτίζει το νου του με τη γνώση των όντων και εξαφανίζει από αυτόν την ψευδώνυμη γνώση, είναι αντίστοιχος με πρεσβύτερο. Κι εκείνος που τελειοποιεί το νου του, χρίοντάς τον με το άγιο μύρο της γνώσεως και προσκυνήσεως της Αγίας Τριάδας, είναι αντίστοιχος με επίσκοπο.


22.   Οι δαίμονες εξασθενούν, όταν με την εργασία των εντολών περιορίζονται τα πάθη μας. Χάνονται όμως, όταν τα πάθη μας εξαφανίζονται τελείως με την απάθεια, αφού τότε δεν βρίσκουν αυτά που τους έφερναν μέσα στην ψυχή και την πολεμούσαν. Αυτό ίσως εννοεί και η φράση: «Θα εξασθενήσουν και θα χαθούν από μπροστά σου»(Ψαλμ. 9, 4).


23.   Άλλοι άνθρωποι απέχουν από τα πάθη εξαιτίας ανθρώπινου φόβου. Άλλοι από κενοδοξία. Άλλοι για λόγους εγκράτειας. Άλλοι όμως, ελευθερώνονται από τα πάθη κατά θεϊκή απόφαση.


24.   Όλοι οι λόγοι του Κυρίου, περιέχουν τούτα τα τέσσερα στοιχεία: τις εντολές, τα δόγματα, τις απειλές, τις υποσχέσεις. Και γι’ αυτά υποφέρομε κάθε σκληραγωγία, δηλαδή νηστείες, αγρυπνίες, χαμαικοιτίες, κόπους και μόχθους σε διακονίες, ύβρεις, ατιμίες, βασανισμούς, θανάτους και τα όμοια. «Για τους λόγους Σου – λέει ο Δαβίδ – εγώ περπάτησα σκληρούς δρόμους»(Ψαλμ. 16, 4).


25.   Ανταμοιβή της εγκράτειας είναι η απάθεια. Ανταμοιβή της πίστεως είναι η γνώση. Η απάθεια γεννά τη διάκριση, ενώ η γνώση την αγάπη προς τον Θεό.


26.   Όταν ο νους κατορθώνει την πρακτική αρετή, προκόβει στη φρόνηση. όταν κατορθώνει τη θεωρητική, προκόβει στη γνώση. Ιδίωμα της πρώτης είναι να οδηγεί τον αγωνιστή σε διάκριση αρετής και κακίας, ενώ της θεωρητικής να οδηγεί αυτόν που μετέχει σ’ αυτήν στους λόγους για τα ασώματα και τα σωματικά όντα. Και τότε γίνεται άξιος για τη θεολογική χάρη, όταν, περνώντας με τα φτερά της αγάπης απ’ όλα όσα έχουν λεχθεί, έρθει σε θεωρία και εξετάσει – όσο είναι δυνατό στον ανθρώπινο νου – το λόγο περί των ιδιοτήτων του Θεού, με τη βοήθεια του Πνεύματος.


27.   Όταν πρόκειται να θεολογήσεις, μην αναζητήσεις τους λόγους που αφορούν στην ουσία του Θεού, γιατί δεν μπορεί να τους βρει νους ανθρώπου, αλλά και νους κάποιου από τα όντα που είναι μετά το Θεό. Αλλά να εξετάζεις, όσο είναι δυνατό, τους λόγους για τις ιδιότητες του Θεού, δηλαδή για την αιωνιότητά Του, την απειρία και απεριοριστία, την αγαθότητα, τη σοφία και τη δύναμή Του να δημιουργεί, να προνοεί και να κρίνει τα όντα. Μεταξύ των ανθρώπων, μέγας θεολόγος είναι εκείνος που ανακαλύπτει - έστω και λίγο – τους λόγους αυτούς.


28.   Δυνατός άνθρωπος είναι εκείνος που ένωσε τη γνώση με την πράξη. Γιατί με την πράξη μαραίνει την επιθυμία και ημερώνει το θυμό, ενώ με την γνώση δίνει φτερά στο νου και υψώνεται προς το Θεό.


29.   Όταν ο Κύριος λέει: «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα»(Ιω. 10, 30), εννοεί την ταυτότητα της ουσίας. Κι όταν πάλι λέει: «Εγώ είμαι στον Πατέρα κι ο Πατέρας σ’ εμένα»(Ιω. 14, 11), φανερώνει ότι οι υποστάσεις είναι αχώριστες. Οι τριθεΐτες λοιπόν, που χωρίζουν τον Υιό από τον Πατέρα, πέφτουν σε διπλό γκρεμό. Όταν λένε ότι ο Υιός είναι αιώνιος όπως και ο Πατέρας, Τον χωρίζουν όμως από Αυτόν, αναγκάζονται να πουν ότι δεν γεννήθηκε από τον Πατέρα και να πέσουν στην παραδοχή τριών Θεών και τριών αρχών. Όταν λένε ότι ο Υιός γεννήθηκε από τον Πατέρα, αλλά Τον χωρίζουν από Αυτόν, αναγκάζονται να πουν ότι δεν είναι αιώνιος όπως ο Πατέρας και να θέσουν στην εξουσία του χρόνου τον Κύριο των χρόνων. Γιατί, καθώς λέει ο μέγας Γρηγόριος, πρέπει και σε ένα Θεό να πιστεύομε, και τις τρεις Υποστάσεις να ομολογούμε, και την κάθε μία με την ιδιότητά της. Γιατί, ναι μεν η θεότητα διαιρείται, αλλά αδιαιρέτως. και ενώνεται, αλλά διαιρετώς, όπως λέει ο ίδιος Γρηγόριος. Και για τούτο, είναι υπέρλογη και η διαίρεση και η ένωση. Γιατί, τι παράδοξο θα ήταν, αν όπως ο άνθρωπος με τον άνθρωπο, έτσι ενώνονταν και χωρίζονταν ο Υιός με τον Πατέρα και τίποτε περισσότερο;


30.   Ο τέλειος στην αγάπη, που έφτασε στην ακρότητα της απάθειας, δεν γνωρίζει διαφορά δικού του και ξένου, ή δικής του και ξένης, ή πιστού και απίστου, ή δούλου και ελεύθερου, ή γενικά αρσενικού και θηλυκού. Αλλ’ επειδή έχει γίνει ανώτερος από την τυρρανία των παθών και αποβλέπει στη μία ανθρώπινη φύση, όλους τους θεωρεί ίσους και έχει την ίδια διάθεση απέναντι όλων. Γιατί δεν υπάρχει γι’αυτόν Έλληνας και Ιουδαίος, ούτε αρσενικό και θηλυκό, ούτε δούλος και ελεύθερος, αλλά όλα και σε όλα ο Χριστός(Κολ. 3, 11).


31.   Από τα πάθη που βρίσκονται μέσα στην ψυχή παίρνουν οι δαίμονες τις αφορμές και υποκινούν μέσα μας τους εμπαθείς λογισμούς. Κατόπιν πολεμούν με αυτούς το νου και τον βιάζουν να δώσει τη συγκατάθεσή του στην αμαρτία. Αφού νικηθεί, τον οδηγούν στην κατά διάνοια αμάρτια. και όταν αυτή συντελεσθεί, τον φέρνουν αιχμάλωτο στην πράξη. Κατόπιν, αυτοί που με τους λογισμούς ερήμωσαν την ψυχή, αποχωρούν μαζί με αυτούς, και μένει στο νου μόνο το είδωλο της αμαρτίας, για το οποίο λέει ο Κύριος: «Όταν δείτε το βδελυρό είδωλο της ερημώσεως να στέκεται σε τόπο άγιο – όποιος διαβάζει, ας εννοεί...»(Ματθ. 24, 15). Ας εννοεί ότι τόπος άγιος και ναός του Θεού είναι ο νους του ανθρώπου, μέσα στον οποίον οι δαίμονες, αφού ερημώσουν με τους εμπαθείς λογισμούς την ψυχή, τοποθετούν το είδωλο της αμαρτίας. Ότι και ιστορικώς έγιναν αυτά, κανείς από εκείνους που διάβασαν τον Ιώσηπο, δεν αμφιβάλλει. Πλην μερικοί λένε ότι αυτά θα γίνουν και κατά την εποχή του Αντιχρίστου.


32.  Τρία πράγματα είναι εκείνα που μας παρακινούν στα καλά: τα φυσικά σπέρματα, οι άγιοι άγγελοι και η αγαθή προαίρεση. Φυσικά σπέρματα εννοώ το εξής: όταν αυτό που θέλομε να μας κάνουν οι άνθρωποι, το κάνομε κι εμείς σ’ αυτούς(Λουκ. 6, 31). ή όταν δούμε κανέναν σε στενοχώρια ή σε ανάγκη και εκ φύσεως τον ελεούμε. Οι άγιοι άγγελοι μάς παρακινούν όταν, βαδίζοντας για κάποιο καλό πράγμα, βρούμε βοήθεια καλή και προχωρήσομε. Και η αγαθή προαίρεση, όταν διακρίνομε το καλό από το κακό και προτιμούμε το καλό.


33.   Τρία πάλι είναι εκείνα που μάς παρακινούν στα κακά: τα πάθη, οι δαίμονες και η κακή προαίρεση. Τα πάθη, όπως όταν επιθυμούμε κάτι παράλογο. όπως π.χ. ένα φαγητό όχι στον ορισμένο του καιρό ή χωρίς ανάγκη, ή γυναίκα όχι για σκοπό τεκνογονίας ή όχι τη νόμιμη σύζυγο. Κι ακόμα όταν θυμώνομε ή λυπούμαστε άδικα. π.χ. εναντίον εκείνου που μάς προξένησε ατιμία ή ζημία. Οι δαίμονες, όπως όταν καιροφυλακτούν να μας βρουν σε αμέλεια και τότε ξαφνικά μας επιτίθενται και κινούν εναντίον μας τα πιο πάνω πάθη και τα όμοια. Και η κακή προαίρεση, όπως όταν, ενώ ξέρομε το καλό, προτιμούμε το κακό.


34.   Ο μισθός των κόπων της αρετής είναι η απάθεια και η γνώση. Αυτές γίνονται πρόξενοι της βασιλείας των ουρανών, όπως αντιθέτως τα πάθη και η άγνοια προξενούν την αιώνια κόλαση. Εκείνος λοιπόν που κοπιάζει για ανθρώπινη δόξα και όχι για το αληθινό καλό, ακούει από τη Γραφή: «Ζητάτε και δεν παίρνετε, επειδή ζητάτε με κακό σκοπό»(Ιακ. 4, 3).


35.   Υπάρχουν πολλά φύσει καλά που κάνουν οι άνθρωποι, τα οποία δεν είναι καλά για κάποια αιτία. π.χ. η νηστεία, η αγρυπνία, η προσευχή, η ψαλμωδία, η φιλοξενία, είναι φύσει καλά έργα, αλλ’ όταν γίνονται από κενοδοξία, δεν είναι καλά.


36.   Για όλα όσα κάνομε, ο Θεός εξετάζει το σκοπό, αν τα κάνομε γι’ Αυτόν ή από άλλη αιτία.


37.   Όταν η Γραφή μάς λέει: «Συ θα αποδώσεις στον καθένα κατά τα έργα του»(Ψαλμ. 61, 13), δεν εννοεί ότι ο Θεός ανταμείβει τα έργα που γίνονται έξω από τον ορθό σκοπό, αν και φαίνονται καλά, αλλά μόνον εκείνα που γίνονται σύμφωνα με τον ορθό σκοπό. Γιατί η κρίση του Θεού δεν αποβλέπει στα έργα, αλλά στο σκοπό για τον οποίο γίνονται τα έργα.


38.   Ο δαίμονας της υπερηφάνειας έχει διπλή πονηρία. ή πείθει τον μοναχό να αποδίδει στον εαυτό του τα κατορθώματα και όχι στο Θεό, ο οποίος είναι και χορηγός των καλών και βοηθός για την κατόρθωσή τους, ή, αν δεν πείθεται σ’ αυτό, του υποβάλλει την ιδέα να εξευτελίζει τους πιο ατελείς από τους αδελφούς μοναχούς. Αγνοεί όμως αυτός που υποβάλλεται, ότι ο δαίμονας προσπαθεί να τον πείσει να αρνηθεί την βοήθεια του Θεού. Αν δηλαδή τους εξευτελίζει εκείνους, γιατί δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν την αρετή όπως αυτός, τότε παραδέχεται ότι αυτός με την δική τουδύναμη την κατόρθωσε, πράγμα αδύνατο, αφού ο Κύριος είπε: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε»(Ιω. 15, 5). Γιατί όταν η δική μας ασθένεια κινηθεί προς τα καλά, χωρίς τον Χορηγό των καλών, δεν μπορεί να τα ολοκληρώσει.


39.   Εκείνος που γνώρισε την ασθένεια της ανθρώπινης φύσεως, αυτός δοκίμασε τη θεία δύναμη. Και επειδή άλλα έχει κατορθώσει κι άλλα επιδιώκει να κατορθώσει με τη θεία δύναμη, δεν εξευτελίζει ποτέ κάνενα άνθρωπο. Γιατί γνωρίζει ότι όπως βοήθησε ο Θεός τον ίδιο και τον ελευθέρωσε από πολλά και φοβερά πάθη, έτσι είναι σε θέση να βοηθήσει και όλους, όταν θέλει και μάλιστα εκείνους που αγωνίζονται γι’ Αυτόν. αν και για λόγους που μόνος Εκείνος γνωρίζει, δεν τους ελευθερώνει όλους μαζί από τα πάθη, αλλά ξεχωριστά, ως αγαθός και φιλάνθρωπος γιατρός, ελευθερώνει τον καθένα που προσπαθεί.


40.   Όταν σταματούν να ενεργούν τα πάθη, ή γιατί κόπηκαν οι αιτίες τους ή γιατί οι δαίμονες υποχωρούν από δόλο, τότε εμφανίζεται η υπερήφανεια.


41.   Σχεδόν κάθε αμαρτία γίνεται για χάρη ηδονής, και η εξάλειψή της γίνεται με την κακοπάθεια και τη λύπη που προξενούνται είτε θεληματικά με τη μετάνοια, είτε με τρόπο που οικονομεί η θεία πρόνοια. Γιατί αν ανακρίναμε τον εαυτό μας, δεν θα καταδικαζόμαστε από το Θεό. και όταν δοκιμαζόμαστε από τον Κύριο με θλίψεις, μας παιδαγωγεί για να μην κατακριθούμε μαζί με τον κόσμο(Α΄ Κορ. 11, 31-32).


42.   Όταν σου έρθει αναπάντεχος πειρασμός, μην κατηγορείς εκείνον από τον οποίο προήλθε, αλλά εξέταζε το γιατί σου ήρθε, και θα βρεις διόρθωση. Επειδή είτε από εκείνον, είτε από άλλον, σου έπρεπε να το πιεις το πικρό ποτήρι της κρίσεως του Θεού.


43. Ακριβώς επειδή είσαι κακότροπος, μην αρνείσαι την κακοπάθεια, για να ταπεινωθείς με αυτήν και να ξεράσεις την υπερηφάνεια.


44.   Άλλοι πειρασμοί φέρνουν στους ανθρώπους ηδονές, άλλοι λύπες, άλλοι σωματικούς πόνους. Και ανάλογα με την αιτία των παθών που βρίσκεται στην ψυχή, επιβάλλει και το φάρμακο ο Γιατρός των ψυχών με την κρίση Του.


45.   Οι πειρασμοί σε άλλους στέλνονται από το Θεό για την εξάλειψη αμαρτημάτων που έχουν ήδη γίνει, σε άλλους για αμαρτήματα που τώρα γίνονται, και σε άλλους για να τους εμποδίσουν από αμαρτήματα που πρόκειται να γίνουν στο μέλλον. Εκτός βέβαια από εκείνους τους πειρασμούς που στέλνονται για να δοκιμαστεί κάποιος, όπως στην περίπτωση του Ιώβ.


46.   Ο φρόνιμος άνθρωπος, επειδή αναλογίζεται τη θεραπευτική ενέργεια της κρίσεως του Θεού, υπομένει ευχαρίστως τις συμφορές που του επέρχονται και σκέφτεται ότι κανένας άλλος δεν είναι αίτιός τους παρά μόνο οι αμαρτίες του. Ο ανόητος όμως, επειδή δε γνωρίζει τη σοφότατη πρόνοια του Θεού, όταν αμαρτάνει και τιμωρείται, θεωρεί ως αιτίους των συμφορών του ή το Θεό, ή τους ανθρώπους.


47.   Υπάρχουν μερικά μέσα που σταματούν την πρόοδο των παθών και δεν τα αφήνουν να μεγαλώσουν. και άλλα που οδηγούν στην ελάττωσή τους και τα περιορίζουν. Η νηστεία, για παράδειγμα, ο κόπος και η αγρυπνία δεν αφήνουν την επιθυμία να αυξηθεί. Η αναχώρηση όμως και η θεωρία, η προσευχή και ο έρωτας προς τον Θεό την ελαττώνουν και την οδηγούν στην εξαφάνιση. Το ίδιο συμβαίνει με τον θυμό. Η μακροθυμία, η αμνησικακία και η πραότητα σταματούν τον θυμό και δεν τον αφήνουν να μεγαλώνει, ενώ η αγάπη, η ελεημοσύνη, η καλωσύνη και η φιλανθρωπία, οδηγούν στην ελάττωση του θυμού.


48.   Εκείνου που ο νους είναι πάντοτε κοντά στο Θεό, αυτού και η επιθυμία αυξήθηκε πάρα πολύ κι έγινε θείος έρωτας και το θυμικό ολόκληρο μεταβλήθηκε σε θεία αγάπη. Γιατί ο νους, με την πολύκαιρη μέθεξη της θείας ελλάμψεως, αφού έγινε όλος φωτεινός, και το παθητικό μέρος του αφού το υπέταξε σφιχτά στον εαυτό του, το μετέβαλε – όπως είπα – σε ακατάληπτο θείο έρωτα και ακατάπαυστη αγάπη και το έφερε εξ ολοκλήρου από τα επίγεια προς το Θείο.


49.   Εκείνος που δεν φθονεί, μήτε οργίζεται, μήτε μνησικακεί εναντίον αυτού που τον λύπησε, δε σημαίνει ότι ήδη έχει οπωσδήποτε και αγάπη προς αυτόν. Γιατί μπορεί και χωρίς να αγαπά, να μην ανταποδίδει κακό στο κακό, λόγω της εντολής(Ρωμ. 12, 17). δεν μπορεί όμως εξάπαντος και να ανταποδώσει καλό στο κακό αβίαστα. Γιατί το να ευεργετεί κανείς με όλη του την καρδιά όσους τον μισούν, είναι ιδίωμα μόνο της τέλειας πνευματικής αγάπης.


50.   Εκείνος που δεν αγαπά κάποιον, δεν σημαίνει ότι και τον μισεί οπωσδήποτε. ούτε πάλι εκείνος που δεν μισεί, οπωσδήποτε αγαπά, αλλά μπορεί να είναι σε μια μέση κατάσταση, ούτε να αγαπά, ούτε να μισεί. Την αγαπητική διάθεση την προξενούν μόνο οι πέντε τρόποι που αναφέρονται στο ένατο κεφάλαιο αυτής της εκατοντάδας. ο αξιέπαινος, ο μέσος και οι αξιοκατηγόρητοι.


51.   Όταν δεις το νου σου να απασχολείται με ευχαρίστηση με τα υλικά και να καταγίνεται με τα νοήματά τους, να γνωρίζεις ότι μάλλον τα υλικά αγαπάς παρά το Θεό. «Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σας, λέει ο Κύριος, εκεί θα είναι και η καρδιά σας»(Ματθ. 6, 21).


52.   Ο νους που ενώνεται με το Θεό και παραμένει σ’ Αυτόν με προσευχή και αγάπη, γίνεται σοφός και αγαθός και δυνατός και φιλάνθρωπος και ελέημων και μακρόθυμος, και με μια λέξη έχει επάνω του όλα τα θεία ιδιώματα. Όταν όμως απομακρύνεται από το Θεό, ή γίνεται κτηνώδης, καθώς γίνεται φιλήδονος, η θηριώδης, μαχόμενος για τα υλικά με τους ανθρώπους.


53.   Κόσμο ονομάζει η Γραφή τα υλικά πράγματα. Και κοσμικοί είναι εκείνοι που απασχολούν το νου τους με αυτά, και σ’ αυτούς λέει επιτιμητικά: «Μην αγαπάτε τον κόσμο, μήτε όσα είναι του κόσμου. Η επιθυμία της σάρκας και η επιθυμία των ματιών και η αλαζονεία του πλούτου, όλα αυτά δεν προέρχονται από το Θεό, αλλά από τον κόσμο κ.λ.π.»(Α΄ Ιω. 2, 15-16).


54.   Μοναχός είναι εκείνος που απομάκρυνε το νου του από τα υλικά πράγματα και είναι αφοσιωμένος στο Θεό με εγκράτεια, αγάπη, ψαλμωδία και προσευχή.


55.   Ο πρακτικός – αυτός που καλλιεργεί τις πρακτικές αρετές – είναι νοητός κτηνοτρόφος. Γιατί τα ηθικά κατορθώματα έχουν θέση κτηνών. Γι’ αυτό έλεγε ο Ιακώβ: «Οι δούλοι σου είναι κτηνοτρόφοι»(Γεν. 46, 34). Ο γνωστικός είναι βοσκός προβάτων. Γιατί οι λογισμοί παρομοιάζονται με πρόβατα που τα βόσκει ο νους στα όρη των θεωριών. Γι’ αυτό και κάθε βοσκός προβάτων είναι βδέλυγμα για τους Αιγυπτίους(Γεν. 46, 34), δηλαδή τις δαιμονικές δυνάμεις.


56.   Ο φαύλος νους, όταν το σώμα κινείται μέσω των αισθήσεων στις επιθυμίες και τις ηδονές του, το ακολουθεί και συγκατατίθεται στις φαντασίες και τις ορμές του. Ενώ ο ενάρετος νους εγκρατεύεται και συγκρατεί τον εαυτό του από τις εμπαθείς φαντασίες και ορμές και μάλλον φροντίζει να καλυτερεύσει αυτές τις κινήσεις του.


57.   Από τις αρετές, άλλες είναι σωματικές, άλλες ψυχικές. Σωματικές είναι η νηστεία, η αγρυπνία, η χαμαικοιτία, η διακονία, το εργόχειρο που κάνομε για να μην επιβαρύνομε άλλους ή για να μπορούμε να ελεούμε κ.τ.λ. Ψυχικές αρετές είναι η αγάπη, η μακροθυμία, η πραότητα, η εγκράτεια, η προσευχή κλπ. Αν λοιπόν από κάποια ανάγκη ή περίσταση σωματική, π.χ. αρρώστια ή κάτι παρόμοιο, μας συμβεί να μην μπορούμε να εκτελέσομε τις σωματικές αρετές που αναφέραμε παραπάνω, έχομε συγχώρηση από τον Κύριο, που γνωρίζει και τις αιτίες. Αν όμως δεν εκτελούμε τις ψυχικές αρετές, δεν θα έχομε καμιά απολογία, γιατί δεν υπάρχει καμιά ανάγκη που να δικαιολογεί τη μη εκτέλεσή τους.


58.   Η αγάπη προς το Θεό πείθει εκείνον που την έχει να καταφρονεί κάθε ηδονή που είναι περαστική, και κάθε κόπο και λύπη. Ας σε πείσουν όλοι οι άγιοι, οι οποίοι τόσα έπαθαν για τον Χριστό.


59.   Πρόσεχε τον εαυτό σου από την μητέρα των κακών, τη φιλαυτία, η οποία είναι η παράλογη αγάπη του σώματος. Από αυτή γεννιούνται, μοιάζοντας εύλογοι, οι πρώτοι και εμπαθείς και γενικότατοι τρεις μανιώδεις λογισμοί, της γαστριμαργίας, της φιλαργυρίας και της κενοδοξίας, ξεκινώντας από την ανυπέρβλητη τάχα ανάγκη του σώματος, κι από αυτούς γεννιέται όλος ο κατάλογος των κακών. Πρέπει λοιπόν, όπως είπαμε, να προσέχομε και να την πολεμούμε με μεγάλη νήψη. Και όταν αφανιστεί η φιλαυτία, αφανίζονται μαζί της και όλα όσα γεννιούνται απ’ αυτήν.


60.   Το πάθος της φιλαυτίας υποβάλλει στο μοναχό να λυπάται το σώμα του και να του χορηγεί τροφή πέρα απ’ όσο πρέπει, δήθεν για να μην ασθενήσει, και έτσι παρασύρεται σιγά σιγά και πέφτει στο βάραθρο της φιληδονίας. στον κοσμικό, από το άλλο μέρος υποβάλλει να φροντίζει πως να ικανοποιεί τις επιθυμίες του.


61.   Η κορυφαία κατάσταση της προσευχής είναι, όπως λένε, το να αποξενωθεί ο νους από την σάρκα και τον κόσμο και να γίνει άυλος τελείως και ασχημάτιστος την ώρα της προσευχής. Εκείνος λοιπόν που διατηρεί ακέραιη αυτή την κατάσταση, αυτός πράγματι προσεύχεται αδιαλείπτως(Α΄ Θεσ. 5, 17).


62.   Όπως το σώμα όταν πεθαίνει, χωρίζεται οπωσδήποτε από τον κόσμο, έτσι και η ψυχή, όταν πεθαίνει μελετώντας την κορυφαία εκείνη κατάσταση της προσευχής, χωρίζεται από όλα τα νοήματα του κόσμου. Γιατί αν δεν πεθάνει αυτόν τον θάνατο, δεν είναι δυνατόν να βρεθεί και να ζήσει μαζί με το Θεό.


63.   Κανένας να μη σε εξαπατήσει, μοναχέ, ότι μπορείς να σωθείς, αν είσαι υποδουλωμένος στην ηδονή και την κενοδοξία.


64.   Όπως το σώμα αμαρτάνει με τα υλικά πράγματα, και υπάρχουν οι σωματικές αρετές για να το παιδαγωγούν ώστε να σωφρονεί, έτσι και ο νους αμαρτάνει με τα εμπαθή νοήματα, έχει όμως και αυτός τις ψυχικές αρετές να τον παιδαγωγούν ώστε, βλέποντας καθαρά και χωρίς πάθος τα πράγματα, να σωφρονεί.


65.   Όπως τις ημέρες τις διαδέχονται οι νύχτες και τα καλοκαίρια οι χειμώνες, έτσι την κενοδοξία και την ηδονή τις διαδέχονται λύπες και πόνοι, είτε κατά το παρόν, είτε στο μέλλον.


66.   Δεν είναι δυνατόν εκείνος που αμάρτησε να ξεφύγει την μέλλουσα κρίση, αν δεν υπομείνει εδώ θεληματικούς κόπους ή ακούσιες θλίψεις.


67.   Λένε ότι για πέντε αιτίες ο Θεός παραχωρεί να πολεμούμαστε από τους δαίμονες. Πρώτη αιτία είναι, καθώς μας πολεμούν και πολεμούμε και εμείς εναντίον τους, να αποκτήσομε την διάκριση της αρετής και της κακίας. Δεύτερη, να αποκτήσομε την αρετή με πόλεμο και κόπο και έτσι να την έχομε βέβαιη και σταθερή. Τρίτη, προοδεύοντας στην αρετή, να μην υψηλοφρονούμε, αλλά να μάθομε να ταπεινοφρονούμε. Τέταρτη, αφού γνωρίσομε με τα παθήματά μας την κακία, να τη μισήσομε τελείως. Πέμπτη, ανώτερη απ’ όλες, αφού αποκτήσομε την απάθεια, να μην ξεχνάμε ούτε τη δική μας αδυναμία, ούτε τη δύναμη Εκείνου που μας βοήθησε.


68.   Ο νους του πεινασμένου φαντάζεται ψωμί και του διψασμένου νερό. Έτσι και ο νους του γαστρίμαργου φαντάζεται ποικιλίες φαγητών. του φιλήδονου, μορφές γυναικών. του κενόδοξου, τις τιμές των ανθρώπων. του φιλάργυρου, τα κέρδη. του μνησίκακου, την εκδίκηση εκείνου που τον λύπησε. του φθονερού, την βλάβη του φθονουμένου. κι έτσι και στα υπόλοιπά πάθη. Γιατί ο νους σχηματίζει τα εμπαθή νοήματα όταν τον ενοχλούν τα πάθη, και όταν το σώμα είναι ξυπνητό, και όταν κοιμάται.


69.   Όταν η επιθυμία αυξάνει τις αιτίες που προξενούν τις ηδονές, τότε και ο νους στον ύπνο έχει σχετικές φαντασίες. Όταν αυξάνει ο θυμός τις αιτίες του, ο νους βλέπει στον ύπνο εκείνα που προξενούν φόβο. Οι ακάθαρτοι δαίμονες όμως αυξάνουν τα πάθη ερεθίζοντάς τα και έχοντας συνεργό την αμέλειά μας. ενώ οι άγιοι άγγελοι τα περιορίζουν, παρακινώντας μας στην εργασία των εντολών.


70.   Το επιθυμητικό μέρος της ψυχής, όταν ερεθίζονται συχνότερα, δημιουργεί μέσα στην ψυχή δυσκολομετακίνητη συνήθεια φιληδονίας. Και το θυμικό, όταν ταράζεται συνεχώς, κάνει τον άνθρωπο δειλό και άνανδρο. Το πρώτο το θεραπεύει η επίμονη άσκηση νηστείας, αγρυπνίας και προσευχής. το δεύτερο, η καλωσύνη, η φιλανθρωπία, η αγάπη και η ευσπλαχνία.


71.   Οι δαίμονες μάς πολεμούν ή με τα πράγματα ή με τα εμπαθή νοήματα αυτών των πραγμάτων. Με τα πράγματα πολεμούν εκείνους που κινούνται μέσα στα πράγματα, ενώ με τα νοήματα εκείνους που έχουν χωριστεί από τα πράγματα.


72.   Όσο πιο εύκολο είναι να αμαρτάνομε με τη διάνοια από το να αμαρτάνομε με την πράξη, τόσο βαρύτερος είναι ο πόλεμος που γίνεται με τα νοήματα, από τον πόλεμο με τα πράγματα.


73.   Τα πράγματα είναι έξω από το νου, ενώ τα νοήματά τους σχηματίζονται μέσα στο νου. Από το νου λοιπόν εξαρτάται η καλή ή κακή χρήση των νοημάτων. Γιατί την εσφαλμένη χρήση των νοημάτων την ακολουθεί η άπρεπη χρήση των πραγμάτων.


74.   Από τα εξής τρία δέχεται ο νους τα εμπαθή νοήματα: από την αίσθηση, την κράση του σώματος και από τη μνήμη. Από την αίσθηση, όταν, προσβάλλοντας αυτήν τα πράγματα, προς τα οποία έχομε τα πάθη, κινούν το νου σε εμπαθείς λογισμούς. Με την κράση, όταν από ακόλαστη διατροφή ή από ενέργεια δαιμόνων ή από κάποια αρρώστια, αλλοιώνεται η κράση του σώματος και κινεί το νου πάλι σε λογισμούς εμπαθείς ή πορνικούς. Με τη μνήμη τέλος, όταν αυτή ξαναφέρνει τα νοήματα των πραγμάτων προς τα οποία κάποτε είχαμε πάθος, και κινεί ομοίως το νου προς εμπαθείς λογισμούς.


75.   Εκείνα που έδωσε ο Θεός να χρησιμοποιούμε, άλλα βρίσκονται στην ψυχή, άλλα στο σώμα, και άλλα γύρω από το σώμα. Στην ψυχή βρίσκονται οι ψυχικές δυνάμεις. Στο σώμα βρίσκονται τα αισθητήρια και τα λοιπά όργανα. Γύρω από το σώμα είναι οι τροφές, τα κτήματα, τα χρήματα και τα λοιπά. Το να μεταχειριστούμε λοιπόν αυτά, ή τα σχετικά με αυτά, καλώς ή κακώς, αυτό αποδεικνύει αν είμαστε ενάρετοι ή κακοί.


76.   Εκείνα που βρίσκονται στη φύση των πραγμάτων, αναφέρονται ή στην ψυχή, ή στο σώμα, ή γύρω από το σώμα. Όσα αναφέρονται στην ψυχή είναι η γνώση και η άγνοια, η λήθη και η μνήμη, η αγάπη και το μίσος, η λύπη και η χαρά και τα λοιπά. Όσα αναφέρονται στο σώμα είναι η ηδονή και ο πόνος, η αίσθηση και η αναισθησία, η υγεία και η αρρώστια, η ζωή και ο θάνατος και τα όμοια. Γύρω από το σώμα είναι η απόκτηση τέκνων και η ατεκνία, ο πλούτος και η φτώχεια, η δόξα και η αφάνεια και τα λοιπά. Από αυτά, άλλα νομίζονται καλά από τους ανθρώπους κι άλλα κακά. Κανένα όμως απ’ αυτά δεν είναι κακό από τον εαυτό του, αλλά ανάλογα με την χρήση τους γίνονται πράγματι κακά ή καλά.


77.   Η γνώση είναι από τη φύση της καλή, όπως και η υγεία. αλλά τα αντίθετά τους ωφέλησαν πολλούς περισσότερο από ό,τι αυτά. Στους κακούς η γνώση δεν βγαίνει σε καλό, αν και φύσει είναι καλή. Ομοίως ούτε η υγεία, ούτε ο πλούτος, ούτε η χαρά, γιατί δεν τα χρησιμοποιούν για το συμφέρον της ψυχής. Άρα λοιπόν τους συμφέρουν τα αντίθετα. Επομένως ούτε τα αντίθετα είναι φύσει κακά, αν και νομίζονται κακά.


78.   Μην κάνεις κακή χρήση των νοημάτων, για να μην κάνεις κατ’ ανάγκην κακή χρήση και των πραγμάτων. Γιατί αν δεν αμαρτήσει κανείς πρώτα με την διάνοια, δεν θα αμαρτήσει ποτέ με την πράξη.


79.   Εικόνα του χοϊκού ανθρώπου είναι οι βασικές κακίες, δηλαδή η αφροσύνη, η δειλία, η ακολασία, η δειλία, η ακολασία, η αδικία. Εικόνα του επουρανίου, οι βασικές αρετές, δηλαδή η φρόνηση, η ανδρεία, η σωφροσύνη, η δικαιοσύνη. Αλλά καθώς φορέσαμε την εικόνα του χοϊκού, ας φορέσομε και την εικόνα του επουρανίου(Α΄ Κορ. 15, 49).


80.   Αν θέλεις να βρεις την οδό που οδηγεί στην αιώνια ζωή, ζήτα την σε αυτή την Οδό που είπε: «Εγώ είμαι η οδός και η θύρα και η αλήθεια και η ζωή»(Ιω. 10, 7.  14, 6), και εκεί θα την βρεις. Αλλά ζήτα την με πολύ μεγάλο κόπο, γιατί είναι λίγοι όσοι βρίσκουν αυτή την οδό(Ματθ. 7, 14), μην τυχόν και μείνεις έξω από τους λίγους και βρεθείς μαζί με τους πολλούς.


81.   Για πέντε αιτίες η ψυχή παύει τις αμαρτίες: ή από το φόβο των ανθρώπων, ή από το φόβο της κρίσεως, ή για την μελλοντική ανταμοιβή, ή για την αγάπη του Θεού, ή τέλος, για την επίπληξη της συνειδήσεως.


82.   Μερικοί λένε ότι δεν θα υπήρχε το κακό στον κόσμο, αν δεν υπήρχε κάποια άλλη δύναμη που μας τραβά σ’ αυτό. Αυτή όμως δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αμέλεια των φυσικών ενεργειών του νου. Γι’ αυτό εκείνοι που έχουν επιμέλεια στις ενέργειες του νου, πράττουν πάντοτε τα καλά και ουδέποτε τα κακά. Αν λοιπόν θέλεις και συ, διώξε την αμέλεια και διώχνεις μαζί με αυτή και την κακία, που είναι η εσφαλμένη χρήση των νοημάτων, την οποία ακολουθεί η κακή χρήση των πραγμάτων.


83.   Το φυσικό του λογικού μας είναι να υποτάσσεται στο θείο λόγο, αλλά και να εξουσιάζει το άλογο στοιχείο μέσα μας. Ας φυλαχθεί σε όλα αυτά η τάξη, και τότε ούτε το κακό θα υπάρχει στον κόσμο, ούτε η δύναμη που τραβάει σ’ αυτό θα βρεθεί.


84.   Οι λογισμοί είναι άλλοι απλοί, άλλοι σύνθετοι. Απλοί λογισμοί είναι οι απαθείς, σύνθετοι οι εμπαθείς, γιατί αποτελούνται από πάθος και νόημα. Και αφού είναι έτσι, μπορούμε να δούμε πολλούς απλούς λογισμούς να ακολουθούν τους σύνθετους, όταν αυτοί αρχίζουν να κινούνται προς την κατά διάνοιαν αμαρτία. Ένα παράδειγμα με τον χρυσό. ήρθε στο νου κάποιου ένας λογισμός εμπαθής για το χρυσό, αυτός ένιωσε την παρόρμηση να τον κλέψει και έτσι αμάρτησε με το νου του. Μαζί με την μνήμη του χρυσού ήρθε και η μνήμη του πορτοφολιού και του χρηματοκιβωτίου και των λοιπών. Και ενώ η μνήμη του χρυσού ήταν σύνθετη (γιατί είχε το πάθος), η μνήμη του πορτοφολιού και του χρηματοκιβωτίου και των λοιπών ήταν απλή, γιατί δεν είχε ο νους προς αυτά πάθος. Και σε κάθε λογισμό συμβαίνει το ίδιο – και σε λογισμό κενοδοξίας και γυναίκας και σε όποιον άλλο. Γιατί δεν είναι απαραίτητα εμπαθείς όλοι οι λογισμοί που ακολουθούν τον εμπαθή λογισμό, όπως απέδειξε το παράδειγμα. Από αυτά λοιπόν μπορούμε να καταλάβομε ποια είναι τα εμπαθή νοήματα και ποια όχι.


85.   Μερικοί λένε ότι οι δαίμονες αγγίζουν στον ύπνο τα μόρια του σώματος και κινούν το πάθος της πορνείας. Κατοπιν, αφού κινηθεί το πάθος, φέρνει με τη μνήμη τη μορφή γυναίκας στο νου. Άλλοι λένε ότι φαίνονται στο νου με σχήμα γυναίκας και αφού αγγίσουν τα μόρια του σώματος, κινούν την όρεξη, και έτσι γίνονται οι φαντασίες. Άλλοι πάλι λένε ότι το πάθος που επικρατεί στο δαίμονα που πλησιάζει, κινεί το πάθος του ανθρώπου, και έτσι ανάβει η ψυχή για πονηρούς λογισμούς, και φέρνει με τη μνήμη τις μορφές στην επιφάνεια. Το ίδιο και σε άλλες εμπαθείς φαντασίες. άλλοι λένε πως συμβαίνει έτσι, κι άλλοι αλλοιώς. Ωστόσο με κανέναν από τους τρόπους που αναφέραμε δεν μπορούν οι δαίμονες να κινήσουν οποιοδήποτε πάθος, όταν έχει η ψυχή αγάπη και εγκράτεια, ούτε όταν το σώμα είναι ξυπνητό, ούτε όταν κοιμάται.


86.   Άλλες από τις εντολές του νόμου είναι ανάγκη να τηρούμε και σωματικώς και πνευματικώς, άλλες μόνον πνευματικώς. Παράδειγμα. τα «ου μοιχεύσεις, ου φονεύσεις, ου κλέψεις»(Εξ. 20, 13-15) και τα όμοια, πρέπει να τα τηρούμε και σωματικώς και πνευματικώς, και πνευματικώς μάλιστα κατά τρεις τρόπους. Αλλά την περιτομή(Λευιτ. 12, 3), την τήρηση του σαββάτου(Εξ. 31, 13), το να σφάξομε τον αμνό και να φάμε τα άζυμα με πικρίδες(Εξ. 12, 8.  23, 5) και τα όμοια, μόνο πνευματικώς.


87.   Τρεις γενικότερες ηθικές καταστάσεις υπάρχουν στους μοναχούς . Πρώτη, το να μην αμαρτάνει κανείς διόλου με την πράξη. Δεύτερη, να μην πολυκαιρίζουν στην ψυχή οι εμπαθείς λογισμοί . Και τρίτη, το να βλέπει κανείς κατά διάνοια χωρίς πάθος τις μορφές των γυναικών και όσων τον λύπησαν.


88.   Ακτήμων είναι εκείνος ο οποίος αρνήθηκε όλα τα υπάρχοντά του, και δεν έχει τίποτε επάνω στη γη, εκτός από το σώμα του. Και αφού έσπασε και τη σχέση προς το σώμα, εμπιστεύθηκε την φροντίδα του στο Θεό και στους ευσεβείς.


89.   Από εκείνους που αποκτούν αγαθά, άλλοι τα αποκτούν απαθώς, γι’ αυτό και όταν τα στερούνται, δεν λυπούνται. όπως είνει εκείνοι που δέχθηκαν με χαρά την αρπαγή των υπαρχόντων τους(Εβρ. 10, 34). Άλλοι τα αποκτούν εμπαθώς, γι’ αυτό και όταν πρόκειται να τα στερηθούν, γίνονται περίλυποι. όπως ο πλούσιος του Ευαγγελίου, ο οποίος έφυγε με πολλή λύπη(Ματθ. 19, 22). Και αν τα στερηθούν, λυπούνται μέχρι θανάτου. Άρα λοιπόν η στέρηση φανερώνει αν κάποιος είναι απαθής ή εμπαθής.


90.   Εκείνους που προσεύχονται με τελειότητα, τους πολεμούν οι δαίμονες, για να μην εντυπώνουν στο νου τους γυμνά τα νοήματα των πραγμάτων. Τους γνωστικούς – όσους έχουν πνευματική γνώση - , τους πολεμούν για να πολυκαιρίζουν σ’ αυτούς οι εμπαθείς λογισμοί. Τους πρακτικούς τους πολεμούν για να τους πείσουν να αμαρτήσουν με την πράξη. Με κάθε τρόπο αγωνίζονται οι άθλιοι εναντίον όλων για να χωρίσουν τους ανθρώπους από το Θεό.


91.   Εκείνοι που στη ζωή αυτή γυμνάζονται από τη θεία Πρόνοια στην ευσέβεια, δοκιμάζονται με τους εξής πειρασμούς: ή με τη δωρεά αγαθών, όπως είναι η υγεία, η ομορφιά, η ευτεκνία, τα χρήματα, η δόξα και τα όμοια. ή με το χτύπημα από λυπηρά, όπως η στέρηση τέκνων και χρημάτων και δόξας. ή με όσα προκαλούν πόνο στο σώμα, π.χ. ασθένεια, βάσανα και τα λοιπά. Και προς τους πρώτους ο Κύριος λέει: «Όποιος δεν απαρνείται όλα τα υπάρχοντά του, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου»(Λουκ. 14, 33). Προς τους δεύτερους και τους τρίτους: «Με την υπομονή σας θα κερδίσετε τις ψυχές σας»(Λουκ. 21, 19).


92.   Τα εξής τέσσερα είναι, όπως λένε, που μεταβάλλουν την κράση του σώματος και έτσι προκαλούν στο νου λογισμούς, είτε εμπαθείς είτε απαθείς: οι άγγελοι, οι δαίμονες, το κλίμα και η δίαιτα. Και οι άγγελοι, λένε, τη μεταβάλλουν με το λόγο, οι δαίμονες με την επαφή, το κλίμα με τις καιρικές αλλαγές, και η δίαιτα με τις ποιότητες των φαγητών, την αύξηση και την ελάττωσή τους. Εκτός από αυτά, η κράση του σώματος δέχεται αλλοιώσεις μέσω της μνήμης, της ακοής και της οράσεως, όπου πρώτα παθαίνει η ψυχή από τα λυπηρά ή χαροποιά που τη βρίσκουν. και πάσχοντας από αυτά η ψυχή, μεταβάλλει την κράση του σώματος, και έτσι προκαλεί στο νου λογισμούς.


93.   Θάνατος κυρίως είναι ο χωρισμός από το Θεό, και κεντρί του θανάτου είναι η αμαρτία(Α΄ Κορ. 15, 56). Αυτό το κεντρί αφού δέχθηκε ο Αδάμ, εξορίστηκε από το δένδρο της ζωής, από τον παράδεισο και από το Θεό(Γεν. 3), και ήρθε σαν επακόλουθο κατ’ ανάγκην ο θάνατος του σώματος. Ζωή πάλι κυρίως είναι Εκείνος που είπε: «Εγώ είμαι η ζωή»(Ιω. 11, 25). Αυτός με τη νέκρωσή Του επανέφερε το νεκρωμένο άνθρωπο στη ζωή.


94.   Εκείνος που συγγράφει λόγους, το κάνει ή για τον εαυτό του ή προς ωφέλεια των άλλων, ή και για τα δύο, ή προς βλάβη μερικών ή για επίδειξη ή από κάποια ανάγκη.


95.   «Τόπος χλόης» είναι η πρακτική αρετή. «Ύδωρ αναπαύσεως»(Ψαλμ. 22, 2), η γνώση των δημιουργημάτων.


96.   «Σκιά θανάτου» είναι η ανθρώπινη ζωή. Αν λοιπόν κανείς είναι μαζί με το Θεό και ο Θεός είναι μαζί Του, αυτός μπορεί να πει με βεβαιότητα: «Αν βαδίσω και μέσα στη σκιά του θανάτου, δε θα φοβηθώ το κακό, γιατί Εσύ είσαι μαζί μου»(Ψαλμ. 22, 4).


97.   Ο καθαρός νους βλέπει ορθά τα πράγματα. Το γυμνασμένο λογικό φέρνει μπροστά του εκείνα που είδε. Η καθαρή ακοή τα δέχεται. Εκείνος που στερείται αυτά τα τρία, κατηγορεί αυτόν που διδάσκει ορθά.


98.   Μαζί με το Θεό που βρίσκεται εκείνος που γνωρίζει την Αγία Τριάδα και τη δημιουργία Της και την πρόνοια, και που το παθητικό μέρος της ψυχής το έκανε απαθές.


99.   Η «ράβδος», λένε, σημαίνει την κρίση του Θεού, και η «βακτηρία» την πρόνοιά Του. Εκείνος λοιπόν που απόκτησε την γνώση αυτών των δύο, μπορεί να λέει: «Η ράβδος σου και η βακτηρία σου, αυτές με παρηγόρησαν»(Ψαλμ. 22, 4).


100.  Όταν ο νους γυμνωθεί από τα πάθη και καταφωτίζεται από την θεωρία των όντων, τότε μπορεί να ενωθεί με το Θεό και να προσεύχεται όπως πρέπει.

Pages