Ψήγματα χρυσού Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου(2/11) - Point of view

Εν τάχει

Ψήγματα χρυσού Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου(2/11)





ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η Ζωή του Γέροντα Παΐσιου του Αγιορείτη

Ο γέροντας Παΐσιος υπήρξε μια από τις πιο φωτισμένες αγίες μορφές της

Εκκλησίας μας, των τελευταίων δεκαετιών. Γεννήθηκε στα Φάρασα της
Καππαδοκίας, που βρίσκεται στη Μικρά Ασία, στις 25 Ιουλίου του 1924 και προτού
γίνει μοναχός ονομαζόταν Αρσένιος. Οι γονείς του, Πρόδρομος και Ευλαμπία
Ενζεπίδη, ήταν πολύ ευσεβείς, ενώ ο Αρσένιος είχε άλλα 9 αδέλφια. Ο Αρσένιος
από τη βρεφική κιόλας ηλικία, δέχτηκε την ευλογία από το Θεό να βαπτισθεί από
έναν Άγιο που ζούσε στην περιοχή του, τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη. Ο Άγιος
Αρσένιος προβλέποντας τον μελλοντικό αγιασμένο βίο του παιδιού, ζήτησε από
την νονά του να το βαφτίσει Αρσένιο λέγοντας χαρακτηριστικά ότι ήθελε να
αφήσει και αυτός καλόγερο στο πόδι του, δηλαδή που να έχει το όνομά του. Έναν
μήνα σχεδόν μετά τη βάπτιση του Αρσενίου η οικογένεια του ακολούθησε το
δρόμο της προσφυγιάς για την Ελλάδα, όπου και τελικά εγκαταστάθηκε στη
Κόνιτσα. Ο μικρός Αρσένιος ζούσε έχοντας μεγάλη αγάπη στο Χριστό και την
Παναγία μας και είχε πολύ μεγάλο πόθο να γίνει μοναχός. Πολύ του άρεσε να
πηγαίνει στο δάσος όπου, κρατώντας έναν ξύλινο σταυρό, που είχε φτιάξει μόνος
του, προσευχόταν. Σε ηλικία 21 ετών κατατάσσεται στο στρατό, όπου διακρίνεται
για το ήθος και τη γενναιότητα του. Πάντα ζητούσε να πηγαίνει στην πρώτη
γραμμή και στις πιο επικίνδυνες θέσεις, προτιμώντας έτσι να βρίσκεται εκείνος σε
κίνδυνο και όχι κάποιος άλλος. Πάρα πολλές φορές κινδύνευσε να σκοτωθεί ο
ίδιος, να γλιτώσει κάποιος άλλος συστρατιώτης του. Αφού τελείωσε το στρατό
πήγε στο Άγιο Όρος γιατί είχε αποφασίσει να μονάσει εκεί. Το 1954 γίνεται
μοναχός με το όνομα Αβέρκιος και έπειτα Παΐσιος, όπου και μόνασε στην Ιερά
Μονή Εσφιγμένου και κατόπιν στην Ιερά Μονή Φιλοθέου. Ως μοναχός είχε
υποδειγματική υπακοή ενώ προσπαθούσε να βοηθήσει τους αδελφούς του
μοναχούς όποτε και όπως μπορούσε. Από το έτος 1958 έως το 1964 ο Παΐσιος
βρίσκεται εκτός του Αγίου Όρους, στην περιοχή της Κόνιτσας αρχικά για να
στηρίξει χιλιάδες ψυχές, και να τις βοηθήσει να ξεφύγουν από την πλάνη των
αιρετικών, ενώ αργότερα πηγαίνει στο ερημικό και δύσβατο Σινά στο κελί των
Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Το 1964 επιστρέφει στο Άγιο Όρος. Εκεί
μόνασε δίπλα σε χαρισματούχους γέροντες όπως ο παπά-Τύχωνας ο οποίος
πολλές φορές έβλεπε την ώρα της Θείας Λειτουργίας, όπως ο ίδιος ομολογούσε, τα
Χερουβείμ και τα Σεραφείμ να δοξολογούν το Θεό. Ο γέροντας πια Παΐσιος το 1979
μόνασε σε ένα κελάκι μόνος του στην περιοχή «Παναγούδα». Σιγά – σιγά αρχίζει
να γίνεται γνωστή η αγία μορφή του σε όλο και περισσότερους προσκυνητές. Όλη
την ημέρα, από την ανατολή μέχρι την δύση, συμβουλεύει, παρηγορεί, διώχνει
κάθε στενοχώρια, γεμίζει τις ψυχές με πίστη, ελπίδα και αγάπη για τον Θεό, ενώ
τις νύχτες διαβάζει επιστολές που κατά δεκάδες του έστελναν καθημερινά και
προσεύχεται στον Θεό επί ώρες για τους ανθρώπους που του ζητούν βοήθεια. Σε
όλη αυτήν την καθημερινή κούραση του γέροντος Παϊσίου έρχονται να
προστεθούν και τα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν από το 1966. Τα
τελευταία χρόνια της ζωής του οι πόνοι από τις διάφορες αρρώστιες και κυρίως
από τον καρκίνο που του είχε διαγνωσθεί λίγα χρόνια πριν, γίνονταν όλο και
περισσότεροι. Παρ’ όλ’ αυτά όμως αυτός ήταν ήρεμος και υπέμενε χωρίς να
διαμαρτύρεται καθόλου. Αντιθέτως συνέχιζε να προσεύχεται για όλους. Οι
τελευταίες του ημέρες ήταν οδυνηρές, γεμάτες αφόρητους πόνους, που
ξεπερνούσε χάρη στην βαθιά πίστη και αγάπη του στο Θεό. Στις 12 Ιουλίου 1994 ο
γέροντας Παΐσιος παρέδωσε την όσια ψυχή του ήρεμα και ταπεινά στον Κύριο, τον
Οποίο τόσο αγάπησε και υπηρέτησε από τη νεαρή του ηλικία.
Σημείωμα για τον αναγνώστη
Το παρακάτω κείμενο σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί δική μου συγγραφική
προσπάθεια. Απλά θέλοντας να συμπεριλάβω στα ψυχωφελή βιβλία ένα με τα
λόγια του Γέροντα Παΐσιου του Αγιορείτη, που τόσους πολλούς ανθρώπους
βοήθησαν, συγκέντρωσα από την ιστοσελίδα w ww . r el . g r όσα κείμενα υπήρχαν με
τα λόγια του Γέροντα και τα μορφοποίησα σε ένα βιβλίο.
Δεν έκανα καμιά παρέμβαση στα κείμενα. Η μόνη δική μου προσπάθεια είναι η
καλύτερη παρουσίαση τους και η σειρά τους.
Νίκος Κοπελιάς
Λευκόβρυση 5 Δεκεμβρίου 2005
10
ΜΕΡΟΣ 1
Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η ανάγκη πνευματικού οδηγού
Με την εξομολόγηση ο άνθρωπος λυτρώνεται
– Γέροντα, στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού οι Χριστιανοί έκαναν
δημόσια εξομολόγηση. Βοηθάει αυτό;
– Άλλα τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού και άλλα τώρα. Σήμερα αυτό δεν
βοηθάει.
– Γιατί, Γέροντα; Τότε είχαν πιο πολύ ζήλο;
– Και πιο πολύ ζήλο είχαν και δεν είχαν αυτά που έχουν σήμερα οι άνθρωποι.
Τώρα, βλέπεις, τα ανδρόγυνα χωρίζουν στα καλά καθούμενα, δεν είναι όπως
παλιά.
Έχουν απομακρυνθεί οι άνθρωποι από το μυστήριο της εξομολογήσεως, γι’ αυτό
και πνίγονται από τους λογισμούς και τα πάθη. Πόσοι έρχονται και ζητούν να
τους βοηθήσω σε κάποιο πρόβλημα τους, και ούτε εξομολογούνται ούτε
εκκλησιάζονται! «Εκκλησιάζεσαι καθόλου;», τους ρωτάω. «Όχι», μου λένε.
«Εξομολογήθηκες καμία φορά;». «Όχι. Ήρθα να με κάνης καλά». «Μα πως; Πρέπει
να μετανοήσεις για τα σφάλματά σου, να εξομολογείσαι, να εκκλησιάζεσαι, να
κοινωνάς, όταν έχεις ευλογία από τον πνευματικό σου, και εγώ θα κάνω προσευχή
να γίνεις καλά. Ξεχνάς ότι υπάρχει και άλλη ζωή και πρέπει να ετοιμασθούμε για
‘κεί;». «Κοίταξε, πάτερ, αυτά που λες, εκκλησίες, άλλη ζωή κ.λπ., εμένα δεν με
απασχολούν. Αυτά είναι παραμύθια. Έχω πάει σε μάγους, σε μέντιουμ και δεν
μπόρεσαν να με κάνουν καλά. Έμαθα ότι εσύ μπορείς να με κάνης καλά». Άντε
τώρα! Τους μιλάς για εξομολόγηση, για την μέλλουσα ζωή, και σου λένε «αυτά
είναι παραμύθια», και από την άλλη μεριά: «Βοήθησέ με, παίρνω χάπια». Εμ πως,
με μαγικό τρόπο θα γίνουν καλά;
Και βλέπεις, πολλοί, ενώ έχουν προβλήματα που τα προκάλεσαν οι αμαρτίες τους,
δεν πηγαίνουν στον πνευματικό που μπορεί να τους βοηθήσει θετικά, αλλά
καταλήγουν να εξομολογούνται στους ψυχολόγους. Λένε το ιστορικό τους, τους
συμβουλεύονται για τα προβλήματά τους και, αν έχουν να περάσουν ένα ποτάμι,
τους ρίχνουν μέσα και ή πνίγονται ή βγαίνουν , αλλά που βγαίνουν… Ενώ, αν
πάνε να εξομολογηθούν στον πνευματικό, θα περάσουν στην άλλη όχθη από την
11
γέφυρα άνετα, γιατί με το μυστήριο της εξομολογήσεως ενεργεί η Χάρις του Θεού
και λυτρώνονται.
– Γέροντα, μερικοί λένε: «Δεν βρίσκουμε καλούς πνευματικούς, γι’ αυτό δεν
πάμε να εξομολογηθούμε».
– Αυτά είναι δικαιολογίες. Κάθε πνευματικός έχει θεία εξουσία, εφόσον φοράει
πετραχήλι. Τελεί το μυστήριο, έχει την θεία Χάρη και, όταν διαβάσει την
συγχωρητική ευχή, ο Θεός σβήνει όλες τις αμαρτίες τις οποίες εξομολογηθήκαμε
με ειλικρινή μετάνοια. Από μας εξαρτάται πόσο θα βοηθηθούμε από το μυστήριο
της εξομολογήσεως. Ήρθε εκεί στο Καλύβι μια φορά κάποιος που είχε ψυχολογικά
προβλήματα, με τον λογισμό ότι έχω διορατικό χάρισμα και θα μπορούσα να τον
βοηθήσω. «Τι προβλέπεις, μου λέει, για μένα;». «Να βρεις, του λέω, έναν
πνευματικό να εξομολογείσαι, για να κοιμάσαι σαν το πουλάκι και να μην
παίρνεις χάπια». «Δεν υπάρχουν, μου λέει, σήμερα καλοί πνευματικοί. Παλιά
υπήρχαν». Έρχονται με καλό λογισμό, ότι θα βοηθηθούν, αλλά δεν δέχονται αυτό
που τους λες, και κρίμα στα ναύλα.
Βλέπω όμως και μια καινούργια τέχνη του διαβόλου. Βάζει στους ανθρώπους τον
λογισμό ότι, αν κάνουν κάποιο τάμα και το εκπληρώσουν, αν πάνε και κανένα
προσκύνημα, είναι εντάξει πνευματικά. Και βλέπεις πολλούς να πηγαίνουν με
λαμπάδες και με τάματα στα μοναστήρια, στα προσκυνήματα, να τα κρεμάνε εκεί,
να κάνουν και μεγάλους σταυρούς, να κλαίνε και λιγάκι, και να αρκούνται σ’
αυτά. Δεν μετανοούν, δεν εξομολογούνται, δεν διορθώνονται, και χαίρεται το
ταγκαλάκι.
– Γέροντα, ένας άνθρωπος που δεν εξομολογείται μπορεί να είναι εσωτερικά
αναπαυμένος;
– Πώς να είναι αναπαυμένος; Για να νιώσει κανείς ανάπαυση, πρέπει να πετάξει
τα μπάζα από μέσα του. Αυτό θα γίνει με την εξομολόγηση. Ανοίγοντας ο
άνθρωπος την καρδιά του στον πνευματικό και λέγοντας τα σφάλματά του,
ταπεινώνεται, και έτσι ανοίγει την πύλη του Ουρανού, έρχεται πλούσια η Χάρις
του Θεού και ελευθερώνεται.
Πριν από την εξομολόγηση στην κορυφή του υπάρχει ομίχλη, βλέπει θαμπά και
δικαιολογεί τα σφάλματά του. Γιατί, όταν ο νους του είναι σκοτισμένος από τις
αμαρτίες, δεν βλέπει καθαρά. Με την εξομολόγηση κάνει μια «φούουου», φεύγει η
ομίχλη και καθαρίζει ο ορίζοντας. Γι’ αυτό, όσους έρχονται να συζητήσουμε ένα
θέμα ή να μου ζητήσουν μια συμβουλή κ.λπ., αν δεν έχουν εξομολογηθεί ποτέ,
τους στέλνω πρώτα να εξομολογηθούν και μετά να έρθουν να μιλήσουμε. Μερικοί
μου λένε: «Γέροντα, αφού εσύ μπορείς να καταλάβεις τι πρέπει να κάνω γι’ αυτό
το θέμα, πες μου». «Και να καταλάβω εγώ τι πρέπει να κάνης, τους λέω, δεν θα
καταλάβεις εσύ τι θα σου πω. Γι’ αυτό πήγαινε πρώτα να εξομολογηθείς και
ύστερα έλα να συζητήσουμε». Γιατί, πώς να επικοινωνήσεις και να συνεννοηθείς
με έναν άνθρωπο, όταν βρίσκεται σε άλλη συχνότητα;
Με την εξομολόγηση πετάει ο άνθρωπος από μέσα του ότι άχρηστο έχει και
καρποφορεί πνευματικά. Μια μέρα έσκαβα τον κήπο μου, για να φυτέψω λίγες
ντοματιές. Εκείνη την ώρα ήρθε κάποιος και μου λέει: «Τι κάνεις, Γέροντα;». «Τι να
12
κάνω; του λέω, εξομολογώ τον κήπο μου». «Καλά, Γέροντα, μου λέει, χρειάζεται
και ο κήπος εξομολόγηση;». «Ασφαλώς χρειάζεται. Έχω διαπιστώσει πως, όταν τον
εξομολογώ, βγάζω δηλαδή έξω πέτρες, αγριάδες, αγκάθια κ.λπ., τότε βγάζει
επίσημα κηπευτικά, αλλιώς οι ντομάτες γίνονται κιτρινιάρικες, καχεκτικές!»…
Ο Θεός θέλει ο άνθρωπος, να διορθώνεται δια του ανθρώπου
– Γέροντα, όταν αντιμετωπίζω ένα θέμα και προσεύχομαι γι’ αυτό, πως θα
καταλάβω ποιο είναι το θέλημα του Θεού;
– Το θέλημα του Θεού δεν βρίσκεται έτσι. Καλύτερα να ρωτάς για ένα πρόβλημά
σου. Να μη ζητάς πληροφορία από τον Θεό, εφόσον μπορείς να συμβουλευθείς
κάποιον άνθρωπο, γιατί μπορεί να πλανηθείς. Κάποιος πήγαινε σε μια εκκλησία,
στεκόταν μπροστά στο εικονοστάσι και έλεγε: «Παναγία μου, να πάρω χρήματα
από το κουτί;». Του έλεγε ο λογισμός: «Πάρ’ τα». «Ναι, θα τα πάρω», έλεγε και
έπαιρνε τα χρήματα. Μια – δυο – τρεις φορές, ένας επίτροπος προβληματίσθηκε.
«Τι γίνεται; Λέει. Κάποιος πρέπει να παίρνει τα χρήματα» και πήγε να
παρακολούθηση. Τι να δει; Σε λίγο ήρθε αυτός και επανέλαβε τα ίδια: «Παναγία
μου, να πάρω τα χρήματα από το κουτί;… Ναι, θα τα πάρω», είπε, οπότε τον
έπιασε ο επίτροπος.
Πάντοτε, όταν ύπαρχοι άνθρωπος πνευματικός, τον οποίο μπορείς να ρωτήσεις,
πρέπει να ρωτήσεις. Όταν δεν ύπαρχοι άνθρωπος να ρωτήσεις – λ.χ. βρίσκεσαι
στην έρημο -, αλλά ύπαρχοι μέσα σου η δίψα της υπακοής, τότε ο Καλός Θεός
γίνεται ο Ίδιος Γέροντας και σε φωτίζει και σε πληροφορεί. Δεν μπορείς, ας
υποθέσουμε, να βρεις κάποιον, για να σου εξήγηση ένα χωρίο από την Αγία
Γραφή; Τότε σε φωτίζει ο Θεός και το καταλαβαίνεις.
– Γέροντα, πως θα καταλάβει κανείς, αν κάτι που συμβαίνει στον αγώνα του
είναι από τον πειρασμό ή από δική του απροσεξία;
– Θα πάει να ρωτήσει.
– Δηλαδή μόνος του δεν μπορεί να το καταλάβει;
– Και να καταλαβαίνει κάτι, δεν μπορεί να είναι σίγουρος. Εδώ και ένας που έχει
εμπειρία, πάει και ρωτάει κάποιον άλλον. Εγώ για ένα ατομικό μου θέμα πάντοτε
θα ρωτήσω. Την δική μου λύση, και σοφότερη να είναι, την θεωρώ την μεγαλύτερη
βλακεία, όταν πρόκειται για προσωπικό μου θέμα. Ούτε πάω σε κάποιον που ξέρει
τι με αναπαύει, αλλά σε κάποιον που δεν ξέρει. Βλέπεις, και ένας γιατρός, για να
είναι σίγουρος ότι έκανε καλή διάγνωση σε μια δύσκολη περίπτωση,
συμβουλεύεται και άλλον γιατρό, πόσο μάλλον ένας φοιτητής! Όσο πνευματικός
άνθρωπος κι αν είναι κανείς, και όσο καλή τακτοποίηση κι αν κάνη μόνος του στα
θέματά του, δεν μπορεί να αναπαυθεί, γιατί ο Θεός θέλει ο άνθρωπος να
βοηθιέται από τον άνθρωπο και να διορθώνεται δια του ανθρώπου. Τα οικονομάει
έτσι ο Καλός Θεός, για να ταπεινώνεται ο άνθρωπος. Πρέπει να εκθέτη κανείς
τους λογισμούς του και τις καταστάσεις που περνάει στον πνευματικό του, να τον
συμβουλεύεται και να μην αποφασίζει μόνος του για τα δύσκολα θέματα ούτε να
αντιμετωπίζει μόνος τους τις δυσκολίες που συναντάει στον αγώνα του, κάνοντας
13
πρόβες στον εαυτό του, γιατί ο πειρασμός θα τον μπερδέψει και θα του
δημιουργήσει προβλήματα. Μερικοί φθάνουν στο σημείο να βάζουν μόνοι τους
κανόνα στον εαυτό τους. Είναι πολύ επικίνδυνα αυτά τα πράγματα.
Όποιος δεν έχει πνευματικό, για να τον συμβουλεύεται στην πνευματική του
πορεία, μπερδεύεται, κουράζεται, καθυστερεί και δύσκολα θα φθάσει στον
προορισμό του. Αν δίνη μόνος του λύση στα προβλήματά του, όσο σοφός και αν
είναι, επειδή κινείται με αυτοπεποίθηση και υπερηφάνεια, μένει σκοτισμένος. Ενώ,
όποιος ταπεινώνεται και πηγαίνει με εμπιστοσύνη και αυταπάρνηση στον
πνευματικό και ζητά την γνώμη του, βοηθιέται και του δίνει την σωστή απάντηση.
Να, όταν έρχεται κάποιος με ευλάβεια, με τον λογισμό πως είμαι άγιος, ενώ εγώ
είμαι τενεκές, έχω προσέξει ότι νιώθω μέσα μου μια αλλοίωση και αυτή που του
λέω δεν είναι δικά μου. Από αυτό καταλαβαίνω ξεκάθαρα ότι ο άνθρωπος αυτός
έχει έρθει με ευλάβεια, και ο Θεός, για να μην τον αδικήσει, δίνει σ’ εμένα αυτήν
την καλή κατάσταση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν πρόκειται για ένα σοβαρό θέμα, ο
Θεός σε πληροφορεί και μπορείς να του πεις τι θα συμβεί, πότε θα συμβεί και πώς
να το αντιμετωπίσει.
Χρειάζεται πνευματικός οδηγός στην πνευματική ζωή
Σήμερα το πιο απαραίτητο είναι να βρουν οι άνθρωποι έναν πνευματικό, να
εξομολογούνται, να του έχουν εμπιστοσύνη και να τον συμβουλεύονται. Αν έχουν
πνευματικό και βάλουν ένα πρόγραμμα με προσευχή και λίγη μελέτη,
εκκλησιάζονται, κοινωνούν, τότε δεν έχουν τίποτε να φοβηθούν σ’ αυτήν την ζωή.
Η ψυχή πρέπει να παρακολουθείται από τον πνευματικό, για να μη λαθέψει τον
δρόμο της. Μπορεί να βοηθάει στον αγώνα λ.χ. και η πνευματική μελέτη, αλλά, αν
κανείς δεν έχει πνευματικό οδηγό, μπορεί να δίνη δικές του ερμηνείες σ’ αυτά που
διαβάζει, και να πλανηθεί. Βλέπεις, και όταν κάποιος πάει κάπου με το αυτοκίνητό
του και δεν γνωρίζει καλά τον δρόμο, μπορεί να συμβουλεύεται τον χάρτη, αλλά
σταματάει κιόλας και ρωτάει, για να μην πάρει λάθος δρόμο. Ξεκινάει, ας
υποθέσουμε, από την Αθήνα να πάει στην Φλώρινα. Έχει χάρτη και τον
παρακολουθεί, αλλά ρωτάει και σε κανένα περίπτερο αν πηγαίνει καλά, αν ο
δρόμος είναι καλός, γιατί σε καμιά διασταύρωση υπάρχει κίνδυνος να πάρει άλλο
δρόμο και να βρεθεί στην Καβάλα ή σε κάποιον γκρεμό να κινδυνέψει να
σκοτωθεί. Φυσικά, μπορεί κάποιος να ρωτήσει, αλλά να μην πάρει τον δρόμο που
θα του πουν, και να βρεθεί τελικά αλλού, ή να μην προσέξει τα επικίνδυνα σημεία,
και να πάθη κακό. Όποιος όμως του δείξει τον δρόμο και συγχρόνως του πει:
«πρόσεξε, στο τάδε σημείο έχει μια στροφή επικίνδυνη, εκεί έχει έναν γκρεμό…»,
εκείνος θα έχει το μισθό του. Το ίδιο, θέλω να πω, πρέπει να γίνεται και στην
πνευματική ζωή. Είναι απαραίτητο ο πιστός να έχει πνευματικό που θα τον
καθοδηγεί με τις συμβουλές του και θα τον βοηθάει δια του μυστηρίου της
εξομολογήσεως. Έτσι μόνον μπορεί να ζήση ορθόδοξη πνευματική ζωή και να
είναι σίγουρος ότι βρίσκεται στον σωστό δρόμο.
Τον πνευματικό οδηγό φυσικά κανείς θα τον διαλέξει. Δεν θα εμπιστευθεί στον
οποιονδήποτε την ψυχή του. Όπως για την υγεία του σώματος ψάχνει να βρει καλό
14
γιατρό, έτσι και για την υγεία της ψυχής του θα ψάξει να βρει κάποιον καλό
πνευματικό και θα πηγαίνει σ’ αυτόν, τον γιατρό της ψυχής, τακτικά.
Στείλτε τους ανθρώπους στον πνευματικό
– Γέροντα, πολλές φορές οι άνθρωποι βλέποντας ράσο μας λένε τον πόνο τους,
το πρόβλημά τους, ακόμη και εξομολόγηση. Ποια πρέπει να είναι η στάση
μας απέναντί τους;
– Εξ αρχής, όταν απευθύνονται σ’ εσάς για κάποιο πρόβλημά τους, να τους
ρωτήσετε: «Έχετε πνευματικό;». Κι εγώ στους ανθρώπους που έρχονται εκεί στο
Καλύβι να με ρωτήσουν για κάποιο θέμα λέω: «Εγώ δεν είμαι πνευματικός· να
πάτε στον πνευματικό σας και να κάνετε ότι σας πει εκείνος». Πρέπει να
μετανοήσουν οι άνθρωποι και να έχουν έναν πνευματικό να εξομολογούνται, για
να κοπούν τα δικαιώματα του διαβόλου. Να ακούσει η μοναχή μια φορά κάποια
πονεμένη γυναίκα που έχει ένα πρόβλημα και μετά να την στείλει στον
πνευματικό, αυτό το καταλαβαίνω. Όχι όμως να συνεχίζει να συζητάει μαζί της.
Ή, αν μία γυναίκα δεν αναπαύεται στον πνευματικό της ή δεν έχει πάει ποτέ για
εξομολόγηση ή βρίσκεται σε κατάσταση απελπισίας, ας την ακούσει μια φορά και
πάλι να την στείλει στον πνευματικό και να της πει ότι εκείνη θα εύχεται.
Εκτός που δεν έχει υποχρέωση η μοναχή να τους βοηθήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο,
ακούγοντας δηλαδή συνεχώς τα προβλήματά τους, δεν βοηθιούνται κιόλας έτσι οι
άνθρωποι. Γιατί ο άνθρωπος παθαίνει τριών ειδών αλλοιώσεις: από τον εαυτό του,
από τους άλλους και από τον διάβολο. Έρχονται εδώ, βρίσκουν μια παρηγοριά
ανθρώπινη, αλλά, μόλις φύγουν από το Μοναστήρι και πάνε σπίτι, γυρίζουν πάλι
στο δικό τους και αρχίζουν τα ίδια. Και οι γυναίκες και οι άνδρες να πάνε στον
πνευματικό τους. Δεν είναι σωστό να λένε τα θέματά τους στην καλόγρια. Γιατί
μετά λένε: «τα είπα· είμαι εντάξει», αναπαύουν ψεύτικα τον λογισμό τους και δεν
πάνε στον πνευματικό. Αυτό είναι τέχνασμα του διαβόλου, για να μην
εξομολογούνται.
Πρέπει να καταλάβετε ποια είναι η αποστολή σας ως μοναχές και να μην πάτε να
κάνετε δήθεν ιεραποστολή, επειδή δεν έχετε καταλάβει την καλογερική
αποστολή. Ως μοναχοί έχουμε υποχρέωση να κάνουμε προσευχή για τα
προβλήματα των άλλων· δεν είμαστε όμως υποχρεωμένοι να ασχοληθούμε με τα
προβλήματά τους. Ο πνευματικός έχει υποχρέωση να το κάνη αυτό, έχει και
ευθύνη. Αν συζητούν μ’ εσάς, φορτώνουν σ’ εσάς την ευθύνη. Εκείνος μπορεί να
τους παρακολουθεί από κοντά και να δίνη λύση στα προβλήματά τους. Χρειάζεται
δηλαδή δουλειά. Αυτή η δουλειά δεν είναι των μοναχών. Από μας μόνον προσευχή
να ζητάνε. Ας στέλνουν κανένα γράμμα με ονόματα, να κάνουμε κανένα
κομποσχοίνι.
Πνευματικός από κοντά
Όπως κανείς φροντίζει ο οικογενειακός γιατρός να βρίσκεται, όσο το δυνατόν,
κοντά του, έτσι πρέπει να φροντίσει και ο πνευματικός να βρίσκεται κοντά του.
Ένας γιατρός, όταν είναι κοντά στον άρρωστο, μπορεί να τον βοηθήσει καλύτερα
15
από καθηγητές πανεπιστημίου – έστω και αν δεν έχει τόση πείρα -, γιατί μπορεί να
τον παρακολουθεί συστηματικά και, αν χρειαστεί, θα τον στείλει στον ειδικό
γιατρό. Μου έκανε εντύπωση το εξής, όταν ήμουν στο Σανατόριο[1] : Πολλοί
πλούσιοι που είχαν φυματίωση έμεναν στο σπίτι τους και πήγαιναν εκεί
καθηγητές πανεπιστημίου, για να τους κάνουν θεραπεία. Αποδείχθηκε όμως ότι η
θεραπεία δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, γιατί δεν μπορούσαν να τους
παρακολουθούν συστηματικά. Γι’ αυτό αναγκάσθηκαν να δημιουργήσουν στο
Σανατόριο ξεχωριστά τμήματα, για να νοσηλεύονται εκεί, ώστε να
παρακολουθούνται συστηματικά.
Θέλω να πω ότι, όπως ο γιατρός από κοντά παρακολουθεί τον άρρωστο, όταν του
δίνη κάποια θεραπεία, βλέπει αν τα φάρμακα που του έδωσε τον βοηθούν ή έχουν
παρενέργειες κ.λπ., και ανάλογα αυξάνει ή ελαττώνει την δόση και, αν χρειαστεί,
μπορεί ακόμη και να αλλάξει την θεραπεία, έτσι και ο πνευματικός πρέπει από
κοντά να παρακολουθεί την ψυχή, γιατί κατά καιρούς παρουσιάζει διάφορες
αλλαγές και αντιδράσεις, τις οποίες από μακριά δεν μπορεί να παρακολουθήσει,
για να τον βοηθήσει αποτελεσματικά. Μια φορά είχα πει σε μια ψυχή που είχε
έναν πειρασμό: «Θα κάνης αυτό και θα δεις ότι θα το ξεπεράσεις». Πράγματι μ’
άκουσε και το ξεπέρασε. Μετά από λίγο καιρό είχε έναν τελείως αντίθετο
πειρασμό, τον αντιμετώπισε με τον ίδιο τρόπο και ταλαιπωρήθηκε! Μπορούσε η
ευλογημένη να στείλει έναν άνθρωπο ή να γράψει ένα γράμμα, για να με ρωτήσει
τι έπρεπε να κάνη, αφού αντιμετώπιζε άλλη δυσκολία. Θα της έδινα άλλο
φάρμακο, δηλαδή άλλη συμβουλή. Δυσκολεύτηκε να με ρωτήσει, επειδή ήμουν
μακριά. Γι’ αυτό εγώ από μακριά δεν συνηθίζω να δίνω συμβουλές, αν δεν
γνωρίζω καλά τον άνθρωπο και δεν έχω στενή επικοινωνία μαζί του.
Ο πνευματικός στην οικογένεια
– Γέροντα, ποια βιβλία μπορούν να βοηθήσουν τους συζύγους;
– Εκείνο που βοηθάει το ανδρόγυνο είναι να μη δικαιολογεί ο καθένας τον εαυτό
του. Αν δικαιολογούν τον εαυτό τους, όσα πνευματικά βιβλία κι αν διαβάσουν, δεν
ωφελούνται. Αν έχουν καλή διάθεση, έχουν πνευματικό και του κάνουν υπακοή,
δεν θα έχουν προβλήματα. Χωρίς πνευματικό διαιτητή δεν γίνεται.
Το καλύτερο είναι να έχουν τα ανδρόγυνα τον ίδιο πνευματικό. Όχι άλλον
πνευματικό ο άνδρας και άλλον η γυναίκα. Δύο ξύλα, αν τα πελεκήσουν δύο
μαραγκοί, όπως νομίζει ο καθένας, δεν θα μπορέσουν ποτέ να εφαρμόσουν. Ενώ,
όταν έχουν τον ίδιο πνευματικό, ο πνευματικός πελεκάει τα εξογκώματα – τα
ελαττώματα – του ενός, πελεκάει και τα εξογκώματα του άλλου, και έτσι
εξομαλύνονται οι δυσκολίες. Αλλά σήμερα, ακόμη και ανδρόγυνα που ζουν
πνευματικά, έχουν διαφορετικό πνευματικό. Σπάνια έχουν και οι δυο τον ίδιο
πνευματικό, γι’ αυτό και δεν βοηθιούνται. Έχω υπ’ όψιν μου ανδρόγυνα που
ταίριαζαν, αλλά δεν είχαν τον ίδιο πνευματικό, για να τους βοηθήσει, και χώρισαν.
Και άλλο που, ενώ δεν ταίριαζαν, επειδή είχαν τον ίδιο πνευματικό, έζησαν
αρμονικά.
16
Βέβαια, όταν έχει όλη η οικογένεια τον ίδιο πνευματικό, αυτό είναι ακόμη
καλύτερο. Ο πνευματικός θα τους ακούσει όλους και θα χειρισθεί ανάλογα το
θέμα. Άλλοτε θα ζορίσει τον πατέρα ή την μητέρα, άλλοτε θα καλέσει τα παιδιά,
αν δεν μπορεί να βγάλει συμπέρασμα από αυτά που του λένε οι γονείς. Ή, αν το
ανδρόγυνο έχει προβλήματα και φταίει λ.χ. η γυναίκα, μπορεί να καλέσει τον
άνδρα, για να τον συμβουλέψει πως πρέπει να φερθεί, ή να ζητήσει από κάποιον
συγγενή τους ή γνωστό τους να βοηθήσει διακριτικά.
Αλλαγή πνευματικού
-Γέροντα, όταν κανείς αναγκασθεί για κάποιον λόγο να αλλάξει πνευματικό,
χρειάζεται να εξομολογηθεί πάλι αμαρτίες που έχει εξομολογηθεί;
– Καλά είναι να ενημέρωση τον καινούργιο πνευματικό, όπως ο ασθενής, όταν
αλλάζει γιατρό, λέει πάλι το ιστορικό του, για να μπόρεση ο γιατρός να τον
βοηθήσει καλύτερα.
– Γέροντα, όταν κάποιος θέλει να αλλάξει πνευματικό και μας ρωτάει αν είναι
σωστό, τι πρέπει να πούμε;
– Να πάρει ευλογία από τον πνευματικό του. Δεν είναι καλό να αλλάζει κανείς
εύκολα πνευματικό. Μια οικοδομή δεν θα γίνει ποτέ σωστή, αν αλλάζουν συνέχεια
οι μηχανικοί και οι οικοδόμοι.
Παλιά πήγαιναν οι άνθρωποι σε Γέροντες, για να ζητήσουν συμβουλή για ένα
θέμα που τους απασχολούσε και να βοηθηθούν. Σήμερα πολλοί δεν πάνε για
συμβουλή, αλλά για να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους ή για να πουν ότι
συμβουλεύτηκαν και τον τάδε Γέροντα. «Πήγα στον τάδε και στον τάδε, ρώτησα
και τον πατέρα Παΐσιο γι’ αυτό το θέμα», λέει ο άλλος, και εγώ μπορεί να τον
μάλωσα ή να ήρθε μέχρι την πόρτα και να μη χτύπησε! Έτσι καταλήγουν να
γυρίζουν από τον έναν πατέρα στον άλλον, χωρίς να έχουν κάποιον μόνιμο
πνευματικό, με αποτέλεσμα να μπερδεύονται.
Άλλοι πάλι κάνουν ένα σφάλμα και δεν πάνε να το πουν στον πνευματικό τους,
αλλά πάνε και το λένε σε άλλον πνευματικό, για να μη χάσουν την αξιοπρέπειά
τους. Μετά από λίγο καιρό κάνουν το ίδιο σφάλμα και το λένε σε άλλον, ύστερα σε
άλλον, και τελικά παρουσιάζονται στον έναν πνευματικό ότι το έκαναν μια φορά,
στον άλλο μια φορά, και έτσι συνεχίζουν να σφάλλουν και μένουν αδιόρθωτοι.
Είναι και μερικοί, έχω παρατηρήσει, οι οποίοι αποφεύγουν να πουν κάτι στον
πνευματικό τους, αν και ξέρουν ότι θα τους βοηθήσει και δεν πρόκειται να το
διαδώσει, και το λένε σε κάποιον γνωστό τους, που δεν μπορεί να τους βοηθήσει
και που σίγουρα θα το πει και σε άλλους. Θυμάμαι, όταν ήμουν αρχάριος μοναχός
στο Κοινόβιο, είχε έρθει κάποιος να κοινοβιάσει. Κάθισε ένα διάστημα και μετά
είχε λογισμούς να φύγει. Στον ηγούμενο δεν πήγε να πει τους λογισμούς του ούτε
σε κανέναν άλλον πνευματικό πατέρα, αλλά τα είπε σε έναν εργάτη από την
Ιερισσό, που εργαζόταν στο μοναστήρι. Ήμουν και εγώ εκεί κοντά, όταν του τα
έλεγε· καθάριζα κρεμμύδια έξω από την κουζίνα. Άρχισε λοιπόν από δύο μέτρα
πιο πέρα να του κάνη εξομολόγηση δυνατά. «Μετάνιωσα που έγινα μοναχός».
«Όταν ήρθες, δεν δοκίμασες;», τον ρωτάει ο εργάτης. «Δοκίμασα δύο χρόνια».
17
«Καλά, γιατί δεν έφυγες νωρίτερα;». «Να, δεν έφυγα». «Με το ζόρι σε έκαναν
καλόγερο;». «Όχι, ήθελα και εγώ». «Καλά, του λέει, τα είπες αυτά στον
ηγούμενο;». «Όχι», του απαντά. «Σ’ εμένα που τα λες, τι θα ωφεληθείς;», του λέει.
Του είχε πει ολόκληρο το ιστορικό του. Βλέπετε; Στον ηγούμενο που έπρεπε να τα
πει, για να βοηθηθεί, δεν τα είπε και πήγε να εξομολογηθεί στον εργάτη. Και
εκείνος θα τα έλεγε το Σαββατοκύριακο στο καφενείο στην Ιερισσό, για να
γελάσουν, και θα γέμιζε το χωριό. Και να πεις πως ήταν λειψός; Ξέρετε πόσα
λεξικά είχε; Τα αρχαία ελληνικά τα ήξερε απταίστως.
– Γέροντα, μπορεί ένας λαϊκός να ρωτήσει για ένα πρόβλημά του ή για έναν
πειρασμό του κάποιον πνευματικό αδελφό του, αν ο πνευματικός του
απουσιάζει;
– Δεν μπορεί να τηλεφωνήσει στον πνευματικό του; Ο αδελφός άλλοτε μπορεί να
βοηθήσει και άλλοτε δεν μπορεί να βοηθήσει ή, παρά την καλή του διάθεση,
μπορεί ακόμη και να τον βλάψει. Σε μια ανάγκη με ένα τηλεφώνημα στον
πνευματικό βολεύονται τα πράγματα. Και αν δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τον
πνευματικό του και είναι κάτι σοβαρό και επείγον, ας ρωτήσει έναν άλλον
πνευματικό. Καλά είναι να τον έχει ρωτήσει εκ των προτέρων ποιον πνευματικό
μπορεί να συμβουλευθεί σε τέτοια περίπτωση, ώστε να πάει σε κάποιον που έχει
το ίδιο πνεύμα, Γιατί κάθε μοναχός έχει δικό του σχέδιο. Μπορεί να είναι καλό και
το ένα σχέδιο και το άλλο, αλλά είναι διαφορετικά.
18
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Για μια σωστή εξομολόγηση
Να δένουμε το τραύμα μας
– Γέροντα, όταν στον αγώνα μου έχω πτώσεις, πανικοβάλλομαι.
– Μη φοβάσαι. Αγώνας είναι και θα έχουμε και τραύματα. Με την εξομολόγηση
αυτά θεραπεύονται. Βλέπεις, οι στρατιώτες στον πόλεμο, όταν τραυματίζονται
επάνω στην μάχη, τρέχουν αμέσως στον γιατρό, δένουν το τραύμα τους και
συνεχίζουν να πολεμούν φιλότιμα. Εν τω μεταξύ αποκτούν και πείρα από τον
τραυματισμό και προφυλάγονται καλύτερα, ώστε να μην ξανατραυματισθούν.
Έτσι και εμείς, όταν τραυματιζόμαστε πάνω στον αγώνα μας, δεν πρέπει να
δειλιάζουμε, αλλά να τρέχουμε στον γιατρό – στον πνευματικό -, να του δείχνουμε
το τραύμα μας, να θεραπευόμαστε πνευματικά, και πάλι να συνεχίζουμε «τον
καλόν αγώνα». Κακό είναι, όταν δεν ψάχνουμε να βρούμε τους φοβερούς εχθρούς
της ψυχής, τα πάθη, και δεν αγωνιζόμαστε, για να τους εξοντώσουμε.
– Γέροντα, μερικοί από φιλότιμο δεν πάνε να εξομολογηθούν. «Αφού μπορεί να
ξανακάνω το ίδιο σφάλμα, λένε, για ποιο λόγο να πάω να το εξομολογηθώ;
για να κοροϊδεύω τον παπά;».
– Αυτό δεν είναι σωστό! Είναι σαν να λέει ένας στρατιώτης, όταν τραυματίζεται:
«Αφού ο πόλεμος δεν τέλειωσε και μπορεί πάλι να τραυματισθώ, γιατί να δέσω το
τραύμα μου;». Αλλά, αν δεν το δέση, θα πάθη αιμορραγία και θα πεθάνει. Μπορεί
από φιλότιμο να μην πηγαίνουν να εξομολογηθούν, τελικά όμως αχρηστεύονται.
Ο διάβολος, βλέπεις, εκμεταλλεύεται και τα χαρίσματα. Αν δεν καθαρίζουμε με
την εξομολόγηση την ψυχή μας, όταν πέφτουμε και λερωνόμαστε, με τον λογισμό
ότι πάλι θα πέσουμε και θα λερωθούμε, προσθέτουμε λάσπες πάνω στις παλιές
λάσπες και είναι δύσκολο μετά να καθαρίσουν.
Η ανάγκη για εξομολόγηση
– Γέροντα, ο Όσιος Μάρκος ο Ασκητής λέει: «Ο γνωστικός εξομολογείται στον
Θεό όχι με την απαρίθμηση των παραπτωμάτων του, αλλά με την υπομονή
των επερχομένων θλίψεων». Τι εννοεί;
– Και το ένα πρέπει να γίνεται και το άλλο. Εξομολογείται ο πιστός στον
πνευματικό, εξομολογείται και πριν από την προσευχή ταπεινά στον Θεό,
απογυμνώνοντας τον εαυτό του: «Θεέ μου, έσφαλα, είμαι τέτοιος, τέτοιος».
Συγχρόνως όμως δέχεται και τις θλίψεις που του συμβαίνουν σαν φάρμακο. Ο
Άγιος δεν λέει να μην κάνης την πρώτη και την δεύτερη εξομολόγηση, αλλά μόνο
να υπομένεις τις θλίψεις. Τι θα πει «εξομολογούμαι;». Δεν θα πει «ομολογώ έξω
19
αυτό που έχω μέσα μου»; Αν έχεις μέσα στο καλά, «εξομολογείσαι τω Κυρίω»,
δηλαδή δοξολογείς τον Θεό. Αν έχεις κακά, εξομολογείσαι τις αμαρτίες σου.
– Γέροντα, την πρώτη φορά που θα πάει κανείς για εξομολόγηση, θα μιλήσει
στον πνευματικό για όλη την προηγούμενη ζωή του;
– Την πρώτη φορά θα κάνη μια γενική εξομολόγηση. Όπως ο ασθενής, όταν μπει
στο νοσοκομείο, δίνει το ιστορικό του, π.χ. λέει: «είχα μια πάθηση στους
πνεύμονες, αλλά τώρα έχει περάσει, έχω κάνει μια εγχείρηση με ολική ή τοπική
νάρκωση κ.λπ.», έτσι και στην πρώτη εξομολόγηση, ας προσπαθήσει κανείς να πει
στον πνευματικό λεπτομέρειες από την ζωή του, και εκείνος θα βρει την πληγή,
για να την θεραπεύσει. Πολλές φορές ένα χτύπημα, που δεν του δίνεις σημασία,
έχει ύστερα συνέπειες. Βέβαια, την πρώτη φορά που θα πάει στον πνευματικό, θα
έχει να πει, ας υποθέσουμε, εκατό αμαρτίες. Την δεύτερη θα έχει να πει εκατόν
δέκα, γιατί θα τον πολεμήσει περισσότερο ο διάβολος, επειδή εξομολογήθηκε και
του χάλασε τη δουλειά. Την τρίτη φορά μπορεί να πει εκατόν πενήντα, αλλά
ύστερα θα ελαττώνεται συνέχεια ο αριθμός, μέχρι που θα πηγαίνει για
εξομολόγηση και θα έχει να πει ελάχιστες αμαρτίες.
Η σωστή εξομολόγηση
– Γιατί μερικές φορές, ενώ η συνείδηση μας ελέγχει, δεν κάνουμε τον ανάλογο
αγώνα, για να διορθωθούμε;
– Αυτό μπορεί να συμβεί και από ένα τσάκισμα ψυχικό. Όταν είναι κανείς
πανικοβλημένος από κάποιον πειρασμό, θέλει να αγωνισθεί, αλλά δεν έχει
διάθεση, δεν έχει ψυχική δύναμη. Τότε πρέπει να τακτοποιηθεί εσωτερικά με την
εξομολόγηση. Με την εξομολόγηση παρηγοριέται, τονώνεται και ξαναβρίσκει με
την Χάρη του Θεού το κουράγιο για αγώνα. Αν δεν τακτοποιηθεί, μπορεί να του
έρθει και άλλος πειρασμός, οπότε, θλιμμένος όπως είναι, τσακίζεται περισσότερο,
τον πνίγουν οι λογισμοί, απελπίζεται και μετά δεν μπορεί να αγωνισθεί καθόλου.
– Και αν αυτό συμβαίνει συχνά;
– Αν συμβαίνει συχνά, πρέπει ο άνθρωπος να τακτοποιείται συχνά, να ανοίγει την
καρδιά του στον πνευματικό, για να παίρνει κουράγιο. Και όταν τακτοποιηθεί,
πρέπει να Βάλη την μηχανή να τρέξει, να αγωνισθεί φιλότιμα και εντατικά, για να
πάρει καταπόδι τον έξω από δω.
– Γέροντα, όταν δεν αισθάνονται την ανάγκη για εξομολόγηση, τι φταίει;
– Μήπως δεν παρακολουθείς τον εαυτό σου; Η εξομολόγηση είναι μυστήριο. Να
πηγαίνεις και απλά να λες τις αμαρτίες σου. Γιατί, τι νομίζεις; Πείσμα δεν έχεις;
Εγωισμό δεν έχεις; Δεν πληγώνεις την αδελφή; Δεν κατακρίνεις; Μήπως εγώ τι
πηγαίνω και λέω; «Θύμωσα, κατέκρινα…» και μου διαβάζει ο πνευματικός την
συγχωρητική ευχή. Αλλά και οι μικρές αμαρτίες έχουν και αυτές βάρος. Όταν
πήγαιναν στον Παπά – Τύχωνα να εξομολογηθώ, δεν είχα τίποτα σοβαρό να πω
και μου έλεγε: «Αμμούδα, παιδάκι μου, αμμούδα»! Οι μικρές αμαρτίες μαζεύονται
και κάνουν ένα σωρό αμμούδα, που είναι όμως βαρύτερη από μια μεγάλη πέτρα. Ο
20

Pages