Η όνος του μάγου Βαλαάμ που μιλούσε - Point of view

Εν τάχει

Η όνος του μάγου Βαλαάμ που μιλούσε





Περάσανε την Ερυθρά, πέρασαν και την έρημο οι Ισραηλίτες. Λίγο πιο κει ήταν η γη των Μωαβιτών. Ανάμεσα στον λαό του Θεού κι ο μάγος Βαλαάμ.

Σαν είδε ο Βαλάκ, ο βασιλιάς των Μωαβιτών, να πλησιάζουνε τα πλήθη των Εβραίων, φοβήθηκε. «Αυτοί είναι τόσοι πολλοί, που αν έρθουν προς τα δω, θα κατακτήσουνε τη Μωαβία», σκέφτηκε.

Είχε ακούσει για τον Βαλαάμ, τον μάγο. Είχε μάθει πως ό,τι ευλογούσε ο Βαλαάμ έπαιρνε δύναμη. «Καλό θα ήταν», σκέφτηκε, «να καλοπιάσω τον Βαλαάμ, να τους καταραστεί. Να μην έχουνε δύναμη, να μην κινδυνεύει η χώρα μου».


Έστειλε, λοιπόν, στον Βαλαάμ αξιωματούχους Μωαβίτες με πλούσια δώρα για κείνον. Κάπου κοντά στον ποταμό Ευφράτη βρήκανε οι απεσταλμένοι τον Βαλαάμ.

– Ο βασιλιάς μας, ο Βαλάκ, σου στέλνει αυτά τα δώρα. Να ΄ρθεις, λέει, να καταραστείς τους Ισραηλίτες, γιατί κινδυνεύει απ΄ αυτούς η χώρα του Μωάβ.

– Να καταραστώ; Και μάλιστα τους συμπατριώτες μου, τους Ισραηλίτες; Ποτέ! Αυτό δεν το θέλει ο Θεός μου. Πάρτε πίσω τα δώρα σας! Δεν τα θέλω!

Πήγαν οι απεσταλμένοι την είδηση στον Βαλάκ, μα εκείνος ξανάστειλε τους πιο επίσημους του κράτους. «Πείτε στον μάγο πως, αν έρθει, αν κάνει αυτό που του ζητάω, θα τον κάνω άρχοντα με τιμές και δόξες μεγάλες».

Κι αυτή τη φορά όμως ο Βαλαάμ, μετά από την προσευχή του στον Θεό, έστειλε πίσω και τους άρχοντες και τα δώρα: «Να πείτε στον βασιλιά σας πως ο Θεός μου δεν το θέλει αυτό και δε θα ΄ρθω ακόμη κι αν μου χαρίσει το παλάτι του γεμάτο με χρυσάφι».

Πήρε το μήνυμα ο Βαλάκ και για τρίτη φορά τώρα στέλνει πολύ πλουσιότερα δώρα και δελεαστικές υποσχέσεις. Ο Βαλαάμ προσευχήθηκε:

– Τι να κάνω, Κύριε;

– Να πας! του είπε ο Θεός. Εκεί, όμως, που θα πας, θα πεις ό,τι σου πω εγώ!


Συμφώνησε ο προφήτης και ξεκίνησε. Καβάλησε τη γαϊδουρίτσα του, πήρε μαζί του και τους δυο του υπηρέτες και πήρε τον δρόμο για τη χώρα των Μωαβιτών. Φαίνεται όμως πως δελεάστηκε από τα δώρα, πως μπήκε μέσα του η σκέψη: «Καλά είναι και τα δώρα, καλές και οι τιμές».




Εκεί που βάδιζε η όνος, ξαφνικά, χωρίς λόγο – νόμιζε ο Βαλαάμ – το ζώο ξεστράτισε. Βγήκε από το μονοπάτι και τράβηξε κατά τα χωράφια. Σήκωσε το ραβδί του και το χτύπησε. Ανάγκασε το ζώο να ξαναμπεί στον σωστό δρόμο. Όμως σ΄ ένα σημείο στένευε το μονοπάτι. Απ΄ τη μια μεριά ήτανε ένας τοίχος, μια ξερολιθιά. Απ΄ την άλλη ο φράχτης του αμπελιού. Η γαϊδουρίτσα φάνηκε να τρομάζει, άφησε χώρο από τα δεξιά, σύρθηκε στον τοίχο και χτύπησε το πόδι του ο Βαλαάμ. Οργίστηκε με το ζώο. Σήκωσε το ραβδί του και του κατάφερε αλύπητα αρκετές ξυλιές.

Προχώρησε λίγο και πάλι τρόμαξε η όνος, μα, τώρα πια, τέντωνε τα πόδια και δεν έκανε βήμα.

– Πεισματάρικο ζώο, φώναξε καθώς το κτυπούσε. Γιατί δεν προχωράς; Αν είχα μαχαίρι, στ΄ αλήθεια, θα σε σκότωνα!

Για τρίτη φορά σήκωσε το ραβδί του ο Βαλαάμ. Και τότε… Τότε έγινε το απερίγραπτο: φωνή ανθρώπινη πήρε το ζώο και είπε στον αφέντη του:

– Γιατί με χτυπάς, μια δυο, τρεις φορές; Δεν είμαι εγώ που τόσα χρόνια σε υπηρετώ με υπομονή; Στη ράχη μου δεν έχεις φορτώσει τα μεγάλα βάρη που ήθελες να μεταφέρεις; Δεν καθόσουν πάνω μου, για να σε πηγαίνω όπου ήθελες; Ξεστράτισα ποτέ από τον δρόμο μου; Δε βάδιζα όπου ήθελες εσύ;

Τρόμαξε ο προφήτης σαν άκουσε το ζώο να μιλάει μ΄ ανθρώπινη γλώσσα. Και τότε άνοιξαν τα μάτια του και είδε αυτό που τόσην ώρα έβλεπε μόνο η γαϊδουρίτσα του, ενώ αυτός δεν το έβλεπε: είδε ολοφώτεινο άγγελο, τρομερό στην όψη, να κρατά πύρινη ρομφαία, να στέκει μπροστά στο ζώο εμποδίζοντας τον δρόμο και να λέει:


– Βαλαάμ, έχεις λυπήσει τον Θεό! Γιατί χτυπούσες μια, δυο, τρεις φορές την όνο; Εγώ έμπαινα μπροστά της. Μ΄ έβλεπε το ζώο, τρόμαζε κι άλλαζε δρόμο. Εσύ δε μ΄ έβλεπες. Δε μ΄ έβλεπες γιατί άλλα σου είπε ο Κύριος κι άλλα σκεφτόσουνα να κάνεις. Ξέχασες την εντολή του Θεού που σου είπε ότι Εκείνος θα σε καθοδηγήσει τι θα πεις και τι θα κάνεις. Κι έβαλες με τον νου σου τα πλούτη και τα δώρα και τις τιμές. Να ξέρεις: Με τούτο το πύρινο σπαθί που εμπόδιζα το ζώο, θα σε χτυπούσα και θα σε σκότωνα, αν είχα εντολή απ΄ τον Θεό.

Αυτά είπε ο άγγελος και χάθηκε! Συνήλθε ο Βαλαάμ, συνέχισε τον δρόμο του κι από κει και μετά εκτέλεσε κατά γράμμα την εντολή του Κυρίου.





Ο Βαλαάμ, ενώ γνώριζε την άποψη του Θεού, ξαναρωτά τον Θεό για το ίδιο πράγμα. 

Είναι η κλασσική περίπτωση που ο άνθρωπος δεν υποτάσσεται στο θέλημα του Θεού, αλλά επιδιώκει να πάρει την ευλογία του τεχνηέντως και ευσεβοφανώς, για να πραγματοποιήσει το δικό του θέλημα. Και ο Θεός, επειδή σέβεται την ελευθερία μας, αφήνει το κατ’ ευδοκία θέλημά του και επιτρέπει σε μας, κατά παραχώρηση, να πραγματοποιήσουμε το δικό μας. Ο Θεός λοιπόν τον επιτρέπει να τους ακολουθήσει, αλλά θα πρέπει να κάνει ό,τι Εκείνος του πει. Ο Βαλαάμ σαμάρωσε την όνο του και ακολούθησε τους απεσταλμένους του Βαλάκ προφανώς δελεασθείς από την μεγάλη αμοιβή που τον προσέφεραν.

Ο Θεός φάνηκε μεν ότι υποχωρεί στο θέλημά του συμβουλεύοντάς τον ανάλογα, αλλά συγχρόνως ετοιμάσθηκε να του δώσει ένα σκληρό μάθημα ότι δεν μπορεί ν’ αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού ανώδυνα και ακίνδυνα. Έτσι ενώ η όνος του βάδιζε, τρεις φορές σταμάτησε προσπαθώντας ν’ αλλάξει δρόμο, την δε τρίτη φορά κάθισε κάτω αρνούμενη εντελώς να προχωρήσει. Τι είχε συμβεί; Ένας άγγελος με γυμνό σπαθί την έκοβε το δρόμο. Στις δύο πρώτες που ο δρόμος ήταν φαρδύς προσπάθησε να λοξοδρομήσει και ν’ αποφύγει τον άγγελο. Την τρίτη όμως που ο δρόμος ήταν στενός κάθισε και, επειδή ο Βαλαάμ την χτυπούσε συνεχώς για να προχωρήσει, ο Θεός επέτρεψε και μίλησε η όνος με ανθρώπινη φωνή και τον ήλεγξε για την συμπεριφορά του. Συγχρόνως ο Θεός διήνοιξε τα μάτια του, ώστε να δουν αυτό που έβλεπε το ζώο του, τον άγγελο με το κοφτερό του σπαθί να κλείνει τον δρόμο. Τότε ο Βαλαάμ έπεσε και τον προσκύνησε όχι από καμμιά μετάνοια και μεταμέλεια, αλλά προφανώς εφαρμόζοντας την παροιμία «χέρι που δεν μπορείς να δαγκάσεις φίλα το». Ο άγγελος με τη σειρά του τον μάλωσε που έκανε αυτό το ταξίδι και του είπε πως αν δεν σταματούσε η όνος θα τον είχε σφάξει. Τότε ο Βαλαάμ ζήτησε συγγνώμη και του είπε ότι αν δεν είναι αρεστό το ταξίδι του να επιστρέψει πίσω. Ο άγγελος, γνωρίζοντας την επιμονή του, του είπε πήγαινε, αλλά ό,τι σου πω εγώ αυτό θα πεις.

Ο Βαλαάμ συναντά εν τέλει τον βασιλιά των Μωαβιτών τον Βαλάκ που τον υποδέχθηκε με τιμές. Τον πήρε και τον πήγε κατά σειρά σε τρία ψηλά μέρη απ’ όπου μπορούσε να δει το στρατόπεδο των Ισραηλιτών και εκεί έκτισε κατά εντολή του Βαλαάμ επτά βωμούς, όπου ο Βαλαάμ θυσίασε επτά μοσχάρια και επτά κριάρια, από ένα στον κάθε βωμό και την κάθε φορά. Κι ενώ περίμενε ο Βαλάκ εκεί, τον Βαλαάμ να καταραστεί τους Ισραηλίτες καθώς τους έβλεπε, εκείνος τους ευλόγησε με τα καλύτερα λόγια και προφήτεψε ότι δεν θα έχει κανένα πρόβλημα ο Ισραήλ, δεν θα κινδυνέψει από κανένα, κανένας δεν μπορεί να τον καταραστεί και να τον βλάψει, διότι είναι ευλογημένος από τον Θεό. Δεν ισχύει γι’ αυτόν κανένας οιωνός ούτε μαγεία και μαντεία. «Από τους απογόνους του λαού αυτού θα προέλθει ένας άνδρας, του οποίου η βασιλεία θα μεγαλυνθεί σφόδρα και θα συντρίψει όλους τους εχθρούς του Ισραήλ…» (πρβλ. Αριθμ. 24,7) 

Ο Βαλάκ μετά απ’ αυτό έδιωξε τον Βαλαάμ χωρίς να του δώσει καμμιά αμοιβή. Έτσι και ο σκοπός του Βαλάκ δεν επετεύχθη και ο Βαλαάμ δεν κέρδισε τίποτα (πρβλ. για λεπτομέρειες ιστορίας, Αριθμοί κεφ. 22-24)



* * *


Θα σχολιάσουμε μερικά σημεία 
του κειμένου που παραθέσαμε.






α΄) Ο Βαλαάμ αν και αλλοεθνής και μη Ισραηλίτης, και ως εκ τούτου μη έχων καμμία σχέση με την αληθινή πίστη, επιπλέον ενώ είναι και μάντης των ειδωλολατρών, φαίνεται στο κείμενο να ρωτά τον Θεό του (δηλαδή τον διάβολο, διότι «πάντες οι θεοί των εθνών δαιμόνια» (Ψαλμ. 95,5) και ο αληθινός Θεός ν’ απαντά σ’ αυτόν. Πως γίνεται αυτό; Ο Βαλαάμ γνώριζε τον αληθινό Θεό; Ο Θεός είχε σχέσεις με τους ειδωλολάτρες μάντεις; Τι συμβαίνει άραγε;

Ο Θεός, μερικές φορές, συγκαταβαίνει στις διάφορες καταστάσεις και συνθήκες που συμβαίνουν στην ανθρωπότητα, όπως και στους ανθρώπους που εμπλέκονται σ’ αυτές, ασχέτως αν έχουν ουσιαστική σχέση με τον ίδιο, τον αληθινό Θεό. Παράδειγμα γνωστό σε όλους μας είναι το αστέρι της Βηθλεέμ, το οποίο κατά τους πατέρες της Εκκλησίας ήταν άγγελος, που πήρε την μορφή του αστεριού, για να οδηγήσει τους, αστρολάτρες μεν αλλά αγνούς και άδολους δε, μάγους στον Ιησού Χριστό. Οι μάγοι δεν είχαν τους προφήτες, δεν είχαν τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, δεν είχαν την καθοδήγηση και την επιστασία του Θεού που είχαν οι Ισραηλίτες. Γι’ αυτό ο Θεός συγκαταβαίνει στην κατάστασή τους και τους οδηγεί μέσω της θρησκείας τους στα Ιεροσόλυμα, όπου μαθαίνουν από τους Εβραίους ότι πράγματι ένας βασιλιάς επρόκειτο να γεννηθεί, και οι Εβραίοι θυμούνται από τον ερχομό των μάγων τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης τις οποίες αυτοί είχαν ξεχάσει.

Ένα αστέρι οδήγησε λοιπόν τους μάγους στον Χριστό και μία όνος ήλεγξε και δίδαξε τον μάντη Βαλαάμ το κατ’ ευδοκία θέλημα του Θεού!



Ο π. Πορφύριος έλεγε ότι στην αρχαιότητα οι ειδωλολάτρες πήγαιναν στον Ασκληπιό, που ήταν ο θεός της ιατρικής, και προσευχόταν για να γίνουν καλά. Και ο Θεός που τους άκουγε και ήξερε ότι για λόγους που δεν εξαρτιόταν απ’ αυτούς δεν γνωρίζουν τον αληθινό Θεό, τους άκουγε και τους θεράπευε. Δεν σημαίνει αυτό ότι ο Θεός αναγνωρίζει όλες τις θρησκείες και τις ψεύτικες πίστεις, ούτε ότι τις νομιμοποιεί. Απλά, όπως ένας γιατρός δέχεται στην αρχή τις αρρωστημένες έξεις και συνήθειες του ασθενούς, προσπαθεί όμως να τον αποκόψει απ’ αυτές σιγά-σιγά και να τον επαναφέρει στις αντίστοιχες υγιεινές, έτσι πράττει και ο Θεός. Με τέχνη και διάκριση και σοφία επεμβαίνει στην ανθρώπινη ιστορία και στη ζωή των ανθρώπων για να τους φέρει κοντά του.

Πάντως θα πρέπει να προσέξουμε ότι, όπως αποκαλύπτει ο Θεός στο βιβλίο των Αριθμών (22,12), ανθρώπους ευλογημένους από τον Θεό δεν μπορούν να τους καταραστούν μάγοι και μάντεις. Δηλαδή τους ανθρώπους, που έχουν ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία και ζουν με νήψη και μετάνοια και μυστηριακή ζωή το κατά δύναμιν, δεν μπορούν να βλάψουν οι δυνάμεις του σατανά. Κι αν επιτρέψει ο Θεός κάποια βλαπτική ενέργεια είναι προς το συμφέρον και τη δόξα κατά Θεό των πιστών του. Μόνο αν οι πιστοί καταστούν αντάρτες απέναντι στον Θεό και κατρακυλήσουν προς τις θανάσιμες αμαρτίες και παραβούν σκανδαλωδώς το θέλημα του Θεού, τότε μόνο παύει η προστασία και η σκέπη του Θεού προς αυτούς, όπως φαίνεται ξεκάθαρα στο κεφ. 25 των Αριθμών.



β΄) Στο βιβλίο των Αριθμών 24,17 λέγει ο Βαλαάμ εμπνεόμενος από τον αληθινό Θεό· «Θα τον δω και θα τον δείξω (τον Μεσσία), όχι όμως τώρα. Τον μακαρίζω αλλά δεν είναι κοντά. Αργότερα θα ανατείλει άστρο από τους απογόνους του Ιακώβ, θ’ αναδειχθεί άνθρωπος από τον ισραηλιτικό λαό και θα συντρίψει τους αρχηγούς των Μωαβιτών και θα λαφυραγωγήσει όλους τους απογόνους του Σηθ».

Η προφητεία αυτή του Βαλαάμ κρατήθηκε ζωντανή και αξιομνημόνευτη από τους μαθητές του, που κατοικούσαν στη Μεσοποταμία. Γι’ αυτό και αναζητούσαν τον «Αστέρα». Κι ενώ οι αιώνες κυλούσαν κι έσβηναν στο χάος του χρόνου, αυτοί δεν είχαν απελπιστεί. Η πίστη τους διατηρούνταν και μεταδιδόταν από γενεά σε γενεά, ώσπου έφτασε η κοσμοϊστορική μέρα της γεννήσεως του Χριστού. Και τότε –1400 χρόνια μετά από την προφητεία του Βαλαάμ– οι τρεις μάγοι, μακρινοί μαθητές του Βαλαάμ, είδαν «αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή» (Ματθ. 2,2) και κατάλαβαν ότι μεγάλος βασιλιάς ήρθε στον κόσμο.

Ο εμπνευσμένος υμνογράφος της Εκκλησίας μας, που συνέθεσε τον θαυμάσιο κανόνα των Χριστουγέννων, τα όσα αναφέραμε από τη Γραφή υπαινίσσεται όταν γράφει «Του μάντεως πάλαι Βαλαάμ των λόγων μυητάς, σοφούς αστεροσκόπους, χαράς έπλησας, αστήρ εκ του Ιακώβ ανατείλας, Δέσποτα εθνών απαρχήν εισαγομένους, εδέξω δε προφανώς, δώρα σοι δεκτά προσκομίζοντας» (ωδή δ΄).

Θαυμάζει κανείς, πως η σοφία και η πρόνοια του Θεού εκμεταλλεύτηκε την κακία και ειδωλολατρεία των Μωαβιτών και Μαδιανιτών όπως και την φιλαργυρία του Βαλαάμ, για να ειπωθεί σε ανύποπτο χρόνο και χώρο η ενδιαφέρουσα μεσσιακή προφητεία και μάλιστα μέσα από χείλη μάντεως. Θαυμάζει δε και το γεγονός, πως μέσα από την λατρεία των αστέρων οδήγησε τους μάγους κοντά στον Χριστό, όπως ήδη προαναφέραμε. Δόξα τη πανσοφία σου και θεία οικονομία σου φιλάνθρωπε Κύριε!




ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
via

Pages