Ψήγματα χρυσού Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου(3/11) - Point of view

Εν τάχει

Ψήγματα χρυσού Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου(3/11)




20

άλλος που έχει κάνει ένα αμάρτημα μεγάλο, το σκέφτεται συνέχεια, μετανοεί και

ταπεινώνεται. Εσύ έχεις πολλά μικρά. Εάν όμως εξέτασης τις συνθήκες με τις
οποίες εσύ μεγάλωσες και τις συνθήκες με τις οποίες μεγάλωσε ο άλλος, θα δεις
ότι είσαι χειρότερη από εκείνον. Να προσπαθείς επίσης να είσαι συγκεκριμένη
στην εξομολόγησή σου. Δεν φθάνει να πει κανείς λ.χ. «ζηλεύω, θυμώνω κ.λπ.»,
αλλά πρέπει να πει τις συγκεκριμένες πτώσεις του, για να βοηθηθεί. Και, όταν
πρόκειται για κάτι βαρύ, όπως η πονηριά, πρέπει να πει και πως σκέφθηκε και πως
ενήργησε· αλλιώς κοροϊδεύει τον Χριστό. Αν ο άνθρωπος δεν ομολογεί την
αλήθεια στον πνευματικό, δεν του αποκαλύπτει το σφάλμα του, για να μπορέσει
να τον βοηθήσει, παθαίνει ζημιά, όπως και ο άρρωστος κάνει μεγάλο κακό στην
υγεία του, όταν κρύβει την πάθησή του από τον γιατρό. Ενώ, όταν εκθέτη τον
εαυτό του όπως ακριβώς είναι, τότε ο πνευματικός μπορεί να τον γνωρίσει
καλύτερα και να τον βοηθήσει πιο θετικά.
Ύστερα, όταν κανείς αδικήσει ή πληγώσει με την συμπεριφορά του έναν άνθρωπο,
πρέπει πρώτα να πάει να του ζητήσει ταπεινά συγχώρηση, να συμφιλιωθεί μαζί
του, και έπειτα να εξομολογηθεί την πτώση του στον πνευματικό, για να λάβει την
άφεση. Έτσι έρχεται η Χάρις του Θεού. Αν πει το σφάλμα του στον πνευματικό,
χωρίς προηγουμένως να ζητήσει συγχώρηση από τον άνθρωπο που πλήγωσε, δεν
είναι δυνατόν να ειρηνεύσει η ψυχή του, γιατί δεν ταπεινώνεται. Εκτός αν ο
άνθρωπος που πλήγωσε έχει πεθάνει ή δεν μπορεί να τον βρει, γιατί άλλαξε
κατοικία και δεν έχει την διεύθυνσή του, για να του ζητήσει, έστω και γραπτώς,
συγγνώμη, αλλά έχει διάθεση να το κάνη, τότε ο Θεός τον συγχωρεί, γιατί βλέπει
την διάθεσή του.
– Αν, Γέροντα, ζητήσουμε συγχώρεση και δεν μας συγχωρήσει;
– Τότε να κάνουμε προσευχή να μαλακώσει ο Θεός την καρδιά του. Υπάρχει όμως
περίπτωση να μη βοηθάει ο Θεός να μαλακώσει η καρδιά του, γιατί, αν μας
συγχωρήσει, μπορεί να ξαναπέσουμε στο ίδιο σφάλμα.
– Γέροντα, όταν κανείς κάνη ένα σοβαρό σφάλμα, υπάρχει περίπτωση να μην
μπορεί να το εξομολογηθεί αμέσως;
– Γιατί να το αφήσει; Για να ξινίσει; Όσο κρατάς ένα χαλασμένο πράγμα, τόσο
χαλάει. Γιατί να αφήσει να περάσουν ένας-δύο μήνες, για να πάει στον
πνευματικό να το εξομολογηθεί; Να πάει το συντομότερο. Αν έχει μια πληγή
ανοιχτή, θα αφήσει να περάσει ένας μήνας, για να την θεραπεύσει; Ούτε να
περιμένει να πάει, όταν θα έχει πολύ χρόνο ο πνευματικός, για να έχει πιο πολλή
άνεση. Αυτό το ένα σφάλμα, τακ-τακ να το λέει αμέσως και μετά, όταν ο
πνευματικός θα έχει χρόνο, να πηγαίνει για πιο πολύ, για μια συζήτηση κ.λπ.
Δεν χρειάζεται ώρα πολλή, για να δώσω εικόνα του εαυτού μου. Όταν η συνείδηση
δουλεύει σωστά, δίνει ο άνθρωπος με δυο λόγια εικόνα της καταστάσεώς του.
Όταν όμως υπάρχει μέσα του σύγχυση, μπορεί να λέει πολλά και να μη δίνη
εικόνα. Να, βλέπω, μερικοί μου γράφουν ολόκληρα τετράδια, είκοσι-τριάντα
σελίδες αναφοράς με μικρά γράμματα, και μερικές σελίδες υστερόγραφο… Όλα
αυτά που γράφουν, μπορούσαν να τα βάλουν σε μια σελίδα.
21
Τα ελαφρυντικά στην εξομολόγησή μας γίνονται επιβαρυντικά για την
συνείδηση
– Όταν, Γέροντα, κατά την εξομολόγησή μιας αμαρτίας δεν νιώθει κανείς τον
πόνο που ένιωσε, όταν έκανε την αμαρτία, σημαίνει ότι δεν υπάρχει
πραγματική μετάνοια;
– Αν έχει περάσει καιρός από τότε που έκανε αυτήν την αμαρτία, επουλώνεται η
πληγή, γι’ αυτό δεν νιώθει τον ίδιο πόνο. Αυτό που πρέπει να προσέξει, είναι να μη
δικαιολογεί τον εαυτό του κατά την εξομολόγηση. Εγώ, όταν πάω να
εξομολογηθώ και πω λ.χ. «θύμωσα» – άσχετα αν χρειαζόταν να δώσω και
σκαμπίλι -, δεν αναφέρω το θέμα, για να μη μου δώσει ελαφρυντικό ο
πνευματικός. Όποιος εξομολογείται και δικαιολογεί τον εαυτό του, δεν έχει
ανάπαυση εσωτερική, όσο ασυνείδητος και αν είναι. Τα ελαφρυντικά που
χρησιμοποιεί στην εξομολόγησή του γίνονται επιβαρυντικά για την συνείδησή
του. Ενώ, όποιος υπερβάλλει τα σφάλματά του, γιατί έχει λεπτή συνείδηση, και
δέχεται και μεγάλο κανόνα από τον πνευματικό, αυτός νιώθει ανέκφραστη
αγαλλίαση. Υπάρχουν άνθρωποι που, αν κλέψουν λ.χ. μια ρώγα, νιώθουν σαν να
πήραν πολλά καλάθια σταφύλια και σκέφτονται συνέχεια το σφάλμα τους. Δεν
κοιμούνται όλη την νύχτα, μέχρι να το εξομολογηθούν. Και άλλοι, ενώ έχουν
κλέψει ολόκληρα καλάθια σταφύλια, δικαιολογούν τον εαυτό τους και λένε πως
πήραν ένα τσαμπί. Αυτοί όμως που όχι μόνο δεν δικαιολογούν τον εαυτό τους,
αλλά μεγαλοποιούν το παραμικρό σφάλμα τους και στενοχωριούνται και
υποφέρουν πολύ για μια μικρή τους αταξία, ξέρετε τι θεία παρηγοριά νιώθουν;
Εδώ βλέπεις την θεία δικαιοσύνη, πως ο Καλός Θεός ανταμείβει.
Έχω παρατηρήσει ότι όσοι εκθέτουν τα σφάλματά τους ταπεινά στον πνευματικό
και εξευτελίζονται, λάμπουν, γιατί δέχονται την Χάρη του Θεού. Ένας απόστρατος
με πόση συντριβή μου διηγήθηκε ότι είχε κάνει από οκτώ χρονών παιδάκι. Ένα
τόπι είχε πάρει από ένα παιδάκι για μια μόνο νύχτα – την άλλη μέρα του το έδωσε
– και έκλαιγε, γιατί το στενοχώρησε. Όταν αποστρατεύθηκε, έψαξε και βρήκε
όσους είχε λυπήσει, όταν υπηρετούσε – άσχετα αν εκτελούσε καθήκον της
υπηρεσίας του-, και τους ζήτησε συγγνώμη! Μου έκανε εντύπωση! Όλα τα έπαιρνε
επάνω του. Μένει τώρα σε ένα χωριό και τα χρήματά του τα δίνει ελεημοσύνη.
Υπηρετεί και την ηλικιωμένη μάνα του, ενενήντα πέντε χρόνων, κατάκοιτη με
ημιπληγία και, επειδή βλέπει το σώμα της, όταν την φροντίζει, τον πειράζει ο
λογισμός. «Αν ο Χαμ που είδε την γύμνωση του πατέρα του τιμωρήθηκε, λέει, τότε
εγώ…». Συνέχεια έκλαιγε. Το πρόσωπο του ήταν αλλοιωμένο. Πόσο διδάχθηκα
από την συντριβή του!
– Μπορεί, Γέροντα, να μεγαλοποιεί κανείς τα σφάλματά του, για να δείξει ότι
κάνει λεπτή εργασία΄
– Εκείνο είναι άλλο· τότε υπερηφανεύεται από την ταπείνωση.
Μετά την εξομολόγηση
– Γέροντα, μετά την εξομολόγηση δικαιολογείται να νιώθεις βάρος;
22
– Γιατί να νιώθεις βάρος; Με μια σωστή εξομολόγηση σβήνουν όλα τα παλιά.
Ανοίγονται νέα δεφτέρια. Έρχεται η Χάρις του Θεού και αλλάζει τελείως ο
άνθρωπος. Χάνονται η ταραχή, η αγριάδα, το άγχος και έρχονται η γαλήνη, η
ηρεμία. Τόσο αισθητό είναι αυτό ακόμη και εξωτερικά, που λέω σε μερικούς να
φωτογραφηθούν πριν από την εξομολόγηση και μετά την εξομολόγηση, για να
διαπιστώσουν και οι ίδιοι την καλή αλλοίωση, γιατί στο πρόσωπο ζωγραφίζεται η
εσωτερική πνευματική κατάσταση. Τα μυστήρια της Εκκλησίας κάνουν θαύματα.
Όσο πλησιάζει κανείς στον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό, θεώνεται, και επόμενο είναι
να ακτινοβολεί και να προδίδεται από την θεία Χάρη.
– Δηλαδή, Γέροντα, μετά από μια ειλικρινή εξομολόγηση νιώθεις αμέσως
χαρά;
– Όχι πάντοτε. Μπορεί και να μη χαρείς αμέσως, αλλά σιγά-σιγά γεννιέται μέσα
σου η χαρά. Μετά την εξομολόγηση χρειάζεται η φιλότιμη αναγνώριση. Να
νοιώθεις όπως αυτός που του χαρίζεται ένα χρέος που έχει, και από φιλότιμο
αισθάνεται ευγνωμοσύνη και υποχρέωση προς τον ευεργέτη του. Να ευχαριστείς
τον Θεό, αλλά συγχρόνως να ζεις και το ψαλμικό: «την ανομίαν μου εγώ γινώσκω
και η αμαρτία μου ενώπιόν μου εστι διαπαντός», για να μην ξεθαρρεύεις και
επαναλαμβάνεις τα ίδια σφάλματα.
– Γέροντα, διάβασα κάπου ότι οι δαίμονες θα μας βασανίσουν στην άλλη ζωή
ακόμη και για έναν κακό λογισμό που δεν εξομολογηθήκαμε.
– Κοίταξε, όταν ο άνθρωπος μετανοήσει και πει στον πνευματικό ότι θυμόταν,
χωρίς να έχει την πρόθεση να κρύψει κάτι, τελείωσε· τα ταγκαλάκια δεν έχουν
καμιά εξουσία επάνω του. Όταν όμως δεν εξομολογηθεί εν γνώσει του μερικές
αμαρτίες του, θα βασανίζεται στην άλλη ζωή γι’ αυτές.
– Γέροντα, όταν κάποιος εξομολογήθηκε νεανικά του σφάλματα, αλλά πάλι τα
σκέφτεται και ταλαιπωρείται, είναι σωστή αντιμετώπιση;
– Αν έχει πολλή συντριβή για τα νεανικά του σφάλματα και τα εξομολογήθηκε,
δεν υπάρχει λόγος να ταλαιπωρείται, αφού ο Θεός του τα συγχώρησε από την
στιγμή που τα εξομολογήθηκε. Στο εξής δεν πρέπει να σκαλίζει τα παλιά, ιδίως
σαρκικά αμαρτήματα, γιατί μπορεί να πάθη ζημιά. Στον πόλεμο π.χ. πέφτει μια
χειροβομβίδα δίπλα σε έναν στρατιώτη, αλλά τον φυλάει ο Θεός και δεν σκάζει.
Όταν τελειώσει ο πόλεμος, βρίσκει ο στρατιώτης την χειροβομβίδα που δεν έσκασε
και αρχίζει να την περιεργάζεται, και τελικά ανατινάζεται στον αέρα σε καιρό
ειρήνης.
Η εμπιστοσύνη στον πνευματικό
– Γέροντα, αν στενοχωρηθεί κάποιος πολύ, γιατί τον μάλωσε για κάποιο
σφάλμα του ο πνευματικός, και πέσει σε λύπη, αυτό έχει μέσα εγωισμό;
– Εμ βέβαια, έχει μέσα εγωισμό. Αν στενοχωρηθεί κατά Θεόν, θα έχει παρηγοριά,
θα έχει και πρόοδο, γιατί θα προσπαθήσει να μην το ξανακάνει. Πρέπει να λέει τις
δυσκολίες, τους λογισμούς του, τις πτώσεις του στον πνευματικό και να δέχεται με
23
χαρά και την ήπια και την αυστηρή συμπεριφορά του, γιατί όλα από αγάπη και
ενδιαφέρον γίνονται για την πρόοδο της ψυχής του.
– Και αν, Γέροντα, δεν δέχομαι το μάλωμα ή την παρατήρηση;
– Αν δεν δέχεσαι, θα μείνεις αδιόρθωτη. Όσοι δεν δέχονται παρατηρήσεις ούτε από
τους ανθρώπους που τους αγαπούν, τελικά παραμένουν στραβόξυλα και
αχρηστεύονται μόνοι τους πνευματικά. Όπως οι σανίδες που δεν δέχονται το
πλάνισμα του μαραγκού, για να γίνουν έπιπλα, καταλήγουν στα μπετά ή στις
σκαλωσιές και πατιούνται και λασπώνονται, μέχρι που καταλήγουν στην φωτιά,
έτσι και αυτοί στο τέλος καταστρέφονται.
– Γέροντα, όταν κάποιος διαφωνεί σε ένα θέμα με τον πνευματικό του, τι
πρέπει να κάνη;
– Να πει απλά και ταπεινά τον λογισμό του. Βέβαια χρειάζεται πολλή προσοχή
στην εκλογή του πνευματικού, ώστε να μπορεί κανείς να τον εμπιστεύεται και να
αναπαύεται με την καθοδήγησή του.
– Συμφέρει, Γέροντα, όταν κανείς βλέπει κάτι διαφορετικά από τον
πνευματικό, να επιμένει στην γνώμη του;
– Όχι, γιατί δεν ξέρει τι κρύβεται πίσω από αυτό που ο ίδιος δεν θεωρεί σωστό. Για
να καταλάβει π.χ. κάποιος τι κρύβεται πίσω από μια ενέργεια του πνευματικού
του, ίσως ο πνευματικός να πρέπει να του πει την εξομολόγηση ενός άλλου.
Επιτρέπεται να πει την εξομολόγηση του άλλου; Ασφαλώς όχι. Ας πούμε ότι έχει
συνεννοηθεί με τον πνευματικό να τον δη την τάδε ώρα, αλλά την ώρα εκείνη
πηγαίνει και κάποιος άλλος που είχε λογισμούς να αυτοκτονήσει και ο
πνευματικός παίρνει πρώτα εκείνον. Οπότε σκέφτεται: «Πήρε πρώτα αυτόν, εμένα
με περιφρονεί». Πώς να του πει όμως ο πνευματικός ότι αυτός είχε φθάσει στο
σημείο να κάνη απόπειρα αυτοκτονίας; Αν του εξηγήσει. Καταστρέφει,
χαντακώνει τον άλλον. Ενώ, αν σκανδαλισθεί αυτός ή αν κατεβάσει τα μούτρα,
δεν θα γίνει και μεγάλο κακό. Μια φορά έτσι σκανδαλίσθηκαν μερικοί που ήρθαν
εκεί στο Καλύβι. Ήταν κάποιος που τον κατάφεραν με πολλή δυσκολία οι δικοί του
να έρθει να συζητήσουμε και τον δέχθηκα με πολλή χαρά. Τον ασπάσθηκα, του
έδωσα κομποσχοίνι, εικονάκια. Οι άλλοι παρεξηγήθηκαν. «Εμάς ο Γέροντας,
είπαν, ούτε μας έδωσε σημασία». Αυτός ο καημένος ήταν άσωτος· εγώ ήξερα
λεπτομέρειες από την ζωή του. Έφυγε μετά άλλος άνθρωπος. Χίλιες φορές να
σκανδαλισθούν οι άλλοι. Δεν μπορείς, για να αναπαύσεις τον έναν με μια
εξήγηση, να καταστρέψεις τον άλλον.
Η σωστή επικοινωνία με τον πνευματικό
Ένας πνευματικός άνθρωπος, όταν θέλει να βοηθήσει κάποιον, προσπαθεί να τον
συνδέσει με τον Χριστό και όχι να τον δέση με τον εαυτό του. Στην συνέχεια
χαίρεται, όταν καταφέρει να τον συνδέσει με τον Χριστό, και ο άλλος αγωνίζεται
προσβλέποντας στον Χριστό. Τότε και ο ένας και ο άλλος έχει τον μισθό του και τα
πράγματα πάνε κανονικά. Όταν όμως ο άνθρωπος αγωνίζεται και κοιτάζει πώς να
24
ευχαριστήσει αυτόν που προσπαθεί να τον συνδέσει με τον Χριστό, αν δηλαδή μια
ενέργειά του θα στενοχωρήσει ή θα χαροποιήσει εκείνον, και δεν κοιτάζει πως ο
Χριστός βλέπει αυτήν την ενέργειά του, τότε ούτε τον άνθρωπο που τον βοηθάει
ευχαριστεί, ούτε τον Χριστό, αλλά ούτε ο ίδιος ωφελείται, γιατί δεν δέχεται θεϊκή
βοήθεια. Δηλαδή ούτε ο Χριστός ούτε ο πνευματικός χαίρεται γι’ αυτό το οποίο
κάνει, αλλά ούτε ο ίδιος βοηθιέται, για να ξεπεράσει μια δυσκολία. Ας υποθέσουμε
ότι ψάλλει μια αδελφή και σκέφτεται: «Άραγε ψάλλω καλά; Θα χαρεί η
Γερόντισσα;». Ε, αυτή δεν βοηθιέται. Ενώ, αν ψάλλει για τον Χριστό, τα πράγματα
πάνε κανονικά· και καλά θα ψάλλει και την Γερόντισσα θα ευχαριστήσει.
– Γέροντα, όταν κανείς δεν καταλάβει σωστά αυτό που του είπε ο πνευματικός,
φταίει;
– Κοίταξε, αν δεν κατάλαβε, επειδή είχε μια επιθυμία και ο νους του ήταν εκεί,
πάλι φταίει. Μερικοί το θέλημα το δικό τους το κάνουν θέλημα του Θεού. Ρωτάει
λ.χ. κάποιος τον πνευματικό του για ένα πρόβλημά του και έχει στο λογισμό του
την λύση που θέλει, που τον αναπαύει. Ο πνευματικός του λέει τι πρέπει να κάνη
και αυτός καταλαβαίνει ότι του είπε να κάνη αυτό που ήθελε, και το κάνει με
χαρά, νομίζοντας κιόλας ότι κάνει υπακοή. Και αν του πει μετά ο πνευματικός
«γιατί ενήργησες έτσι;», του λέει: «Έτσι δεν μου είπες να κάνω;»
Αλλά και μερικές φορές, αυτό που λέει ο πνευματικός, δεν είναι να το πάρει κανείς
κατά γράμμα. Μπορεί να είναι τρόπος του λέγειν. Θα σας πω μια περίπτωση, για
να καταλάβετε. Μια σαρανταπεντάρα καθηγήτρια, που είχε και παιδιά, είχε
μπλέξει έναν δεκαεξάχρονο μαθητή της. Το παιδί έφυγε από το σπίτι και συζούσε
με την καθηγήτρια. Όταν ο πατέρας του ήρθε στο Καλύβι και μου είπε τον πόνο
του, του είπα να κάνη για το θέμα αυτό ότι του πει ο πνευματικός του. Πήγε
λοιπόν ο καημένος στον πνευματικό και μετά ήρθε πάλι σ’ εμένα. Εγώ είχα εκείνη
την ημέρα την Εξαρχία του Πατριαρχείου , δεν μπορούσα να συζητήσω μαζί του
και του είπα: «Να κάνης ότι σου είπε ο πνευματικός σου». Αυτός δεν έφευγε – και
ευτυχώς που δεν έφυγε και επέμενε. Κάποια στιγμή που ευκαίρησα, τον είδα λίγο
και μου είπε: «Γέροντα, αποφάσισα να την σκοτώσω αυτή την γυναίκα, γιατί έτσι
μου είπε ο πνευματικός μου». «Για στάσου, καλέ μου άνθρωπε, του λέω, τι ακριβώς
σου είπε ο πνευματικός;». «Μου είπε: ‘’Αυτή η γυναίκα είναι για σκότωμα’’».
Καταλάβατε; Ο πνευματικός είπε, τρόπος του λέγειν, «αυτή η γυναίκα είναι για
σκότωμα», όχι να την σκοτώσει! Από τότε δεν λέω σε κανέναν: «να κάνης ότι σου
είπε ο πνευματικός», αλλά ρωτάω τι του είπε ο πνευματικός…
– Μπορεί, Γέροντα, να ζητάει κάποιος βοήθεια από τον πνευματικό του και
συγχρόνως να προτείνει και την λύση;
– Εμ τότε, τι βοήθεια ζητάει; Άλλο είναι να πει ταπεινά σαν λογισμό στον
πνευματικό του, τι νομίζει ότι θα τον βοηθήσει – αυτό επιβάλλεται – και άλλο είναι
να επιμένει ότι ο λογισμός του αυτός είναι σωστός. Τότε είναι που δεν κάνει ο
άνθρωπος προκοπή. Είναι σαν να πηγαίνει στον γιατρό και να του λέει: «Αυτό το
φάρμακο να μου δώσεις». Ο άρρωστος οφείλει να κάνη υπακοή στον γιατρό· δεν
θα του υποδείξει τι είδους φάρμακα θα του δώσει. Δεν είναι εδώ θέμα ορέξεως,
25
όπως με τα φαγητά και τα γλυκά, για να πει κανείς: «Θέλω μπακλαβά ή θέλω
κανταΐφι». Ανάλογα με την πάθηση ο γιατρός δίνει και το φάρμακο.
26
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Ο πνευματικός ιατρός της ψυχής
Ανάγκη καλών πνευματικών
– Οι άνθρωποι σήμερα είναι κουρασμένοι, ζαλισμένοι και σκοτισμένοι από την
αμαρτία και τον εγωισμό. Γι’ αυτό υπάρχει ανάγκη, περισσότερο από κάθε άλλη
εποχή, από καλούς και έμπειρους πνευματικούς, που θα πλησιάζουν τους
ανθρώπους απλά και με πραγματική αγάπη και θα τους καθοδηγούν με διάκριση,
για να ειρηνεύουν. Χωρίς καλούς πνευματικούς αδειάζουν οι εκκλησίες και
γεμίζουν τα ψυχιατρεία, οι φυλακές και τα νοσοκομεία. Πρέπει να συναισθανθούν
οι άνθρωποι ότι ταλαιπωρούνται, γιατί είναι μακριά από τον Θεό, να μετανοήσουν
και να εξομολογηθούν ταπεινά τις αμαρτίες τους.
Η εργασία του πνευματικού είναι εσωτερική θεραπεία. Δεν υπάρχει ανώτερος
γιατρός από τον έμπειρο πνευματικό, που εμπνέει εμπιστοσύνη με την αγιότητά
του, πετάει από τα ευαίσθητα πλάσματα του Θεού τους λογισμούς που φέρνει το
ταγκαλάκι και θεραπεύει ψυχές και σώματα δίχως φάρμακα, με την Χάρη του
Θεού.
Ο πνευματικός, όταν έχει θείο φωτισμό, πνεύμα Θεού, καταλαβαίνει και διακρίνει
καταστάσεις, και μπορεί να δίνη σωστές κατευθύνσεις στις ψυχές. Καλά είναι να
μην έχει πολλές απασχολήσεις, για να μπορεί να διαθέτη τον απαιτούμενο χρόνο
για την κάθε ψυχή και να κάνη σωστά την δουλειά του. Διαφορετικά, παθαίνει ότι
και ένας καλός χειρουργός που, όταν κάθε μέρα έχει να κάνει πολλές εγχειρήσεις,
κουράζεται και είναι φυσικό να μην αποδίδει όσο μπορεί. Γι’ αυτό δεν χρειάζεται
να αναμειγνύεται σε όλα τα οικογενειακά θέματα, αλλά να περιορίζεται σε ότι
σχετίζεται με την συγκεκριμένη κάθε φορά ψυχή, ώστε να έχει τον χρόνο να την
βοηθήσει αποτελεσματικά. Ούτε όμως ο εξομολογούμενος πρέπει να απασχολεί
τον πνευματικό με θέματα για τα οποία μπορεί να ρωτήσει άλλους πιο αρμόδιους,
να τον ρωτάει π.χ. ποιο σπίτι να νοικιάσει ή σε ποιο φροντιστήριο να στείλει το
παιδί του κ.λπ.
Στην εξομολόγηση κρίνεται και ο εξομολογούμενος και ο πνευματικός. Πολύ
βοηθάει για την καθοδήγηση της ψυχής η ελευθερία η πνευματική. Να μην
ακολουθεί δηλαδή ο πνευματικός κάποια γραμμή που του βάζουν άλλοι, αλλά να
βλέπει τι λένε οι Πατέρες και να ενεργεί με διάκριση ανάλογα με τον άνθρωπο, με
την πτώση, με την μετάνοια. Βλέπω όμως μερικές φορές ότι δεν υπάρχει
ειλικρίνεια. Μερικοί που έχουν ευθύνη για τις ψυχές δεν κάθονται να πουν στον
άλλον, που είναι λ.χ. μπλεγμένος με μάγους, με πλανεμένους κ.λπ., μια κουβέντα,
να τον προβληματίσουν λίγο, να πάρουν μια θέση, για να μην έχουν φασαρίες
μαζί τους. Δηλαδή, για να μην τα χαλάσουμε με τον έναν και με τον άλλον και για
να λένε καλά λόγια για μας, να αφήσουμε τον άνθρωπο να καταστραφεί και να
χαίρεται ο διάβολος;
27
Η διάκριση και η πείρα του πνευματικού
– Γέροντα, στην εποχή μας, με την τόση αμαρτία που υπάρχει στον κόσμο, δεν
είναι δύσκολη μερικές φορές η θέση του πνευματικού;
– Ναι, είναι δύσκολη. Γι’ αυτό στην αρχή καλά είναι ο πνευματικός να προσπαθεί
να διορθώνει τα πολύ σοβαρά αμαρτήματα, μέχρι να φύγει η πολλή αμαρτία από
τα πλάσματα του Θεού και να γίνουν πιο δεκτικά. Να φέρεται με επιείκεια, αλλά
συγχρόνως με τρόπο να καθοδηγεί τον άνθρωπο έτσι, ώστε να καταλάβει τα
σφάλματά του και να ζητήσει από τον Θεό συγχώρηση. Είναι απαραίτητο να
τονίζει στον εξομολογούμενο ότι χρειάζεται μετάνοια, αλλαγή ζωής, για να λάβει
το έλεος του Θεού. Επίσης πολύ βοηθάει να μιλάει στους ανθρώπους με αγάπη για
την μεγάλη αγάπη του Θεού, ώστε μόνοι τους να φιλοτιμηθούν, να αισθανθούν τα
λάθη τους και να αλλάξουν συνήθειες.
Ένας νέος πνευματικός, μέχρι να αποκτήσει πείρα, είναι καλύτερα να βοηθάει σε
εύκολες περιπτώσεις. Μπορεί λ.χ. μια δύσκολη ψυχή να καθυστερεί την
πνευματική του πρόοδο με τα σαμποτάζ που θα του κάνη και να του τρώει όλον
τον χρόνο. Αν δεν προσέξει, με την καλή του διάθεση θα δίνη πάντοτε σημασία
στις σκηνές που θα κάνη μια τέτοια ψυχή, θα ξοδεύει άσκοπα τις δυνάμεις του και
θα ταλαιπωρείται. Όταν αποκτήσει πείρα, θα ξέρει πότε πρέπει να δώσει σημασία
και πότε να αδιαφορήσει. Να, τώρα εγώ στα γράμματα που μου στέλνουν ρίχνω
μια ματιά και, αν είναι κάτι σοβαρό, σ’ εκείνο θα δώσω προσοχή. Είναι και του
πειρασμού πολλές φορές. Άλλος σου λέει: «δυο λεπτά, κάτι θα σου πω εδώ στην
πόρτα» και σε κρατάει μια ώρα. Να είσαι ιδρωμένος, να σε χτυπάει εν τω μεταξύ
το ρεύμα, να τρέμεις, και να σου λέει ιστορίες, σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Ε, από
τον Θεό είναι αυτό; Μετά αρρωσταίνεις, δεν μπορείς να κάνης προσευχή ούτε για
τον κόσμο ούτε για τον εαυτό σου, και αχρηστεύεσαι για μέρες. Έρχεται ύστερα
κάποιος που ο καημένος έχει πραγματική ανάγκη, και δεν μπορείς να τον
βοηθήσεις.
Αυτούς πάλι που έχουν κάποιο σοβαρό πρόβλημα, δεν φθάνει να τους ακούσης, να
δεις ότι έχουν έναν πόνο και να τους πεις: «Πάρε μια ασπιρίνη». «Ένα λεπτό να σε
απασχολήσω, λένε μερικοί, γιατί φεύγει το αυτοκίνητο», και σου λένε ένα σοβαρό
θέμα. Σαν να έχει κάποιος καρκίνο και να λέει στον γιατρό: «Κάνε μια εγχείρηση,
γιατί φεύγω σε λίγο με το αεροπλάνο!». Κάθε πάθηση θέλει τον ανάλογο χρόνο.
Να δεις από πού ξεκινάει, τι συμπτώματα έχει κ.λπ. Σε ένα σοβαρό θέμα δεν
μπορείς να δώσεις πρόχειρες λύσεις. Ένας δόκιμος μοναχός με πλησίασε στην
λιτανεία που κάνουν στο Άγον Όρος την Διακαινήσιμο εβδομάδα, ακριβώς μόλις
πήραμε μια ανηφόρα, και ήθελε να του πω περί νοεράς προσευχής. Τόσες φορές
είχε έρθει στο Καλύβι και ποτέ δεν ρώτησε γι’ αυτό το θέμα, και εκεί, πάνω στην
ανηφόρα, είχε την έμπνευση να ρωτήσει για ένα τόσο λεπτό θέμα! Ένα λεπτό και
σοβαρό θέμα δεν συζητιέται ούτε στο πόδι ούτε στον ανήφορο…
28
Ο πνευματικός καθορίζει κάθε πότε θα κοινωνάη ο πιστός
– Γέροντα, ο Απόστολος Παύλος γράφει: «Ο εσθίων και πίνων αναξίως κρίμα
εαυτώ εσθίει και πίνει». Πότε κοινωνάει κανείς «αναξίως»;
– Βασικά πρέπει να προσερχόμαστε στην θεία Κοινωνία έχοντας συναίσθηση της
αναξιότητας μας. Ο Χριστός ζητά από μας την συντριβή και την ταπείνωση. Όταν
υπάρχει κάτι που ενοχλεί την συνείδησή μας, πρέπει να το τακτοποιούμε. Αν π.χ.
μαλώσαμε με κάποιον, πρέπει να συμφιλιωθούμε μαζί του και ύστερα να
κοινωνήσουμε..
– Γέροντα, μερικοί, ενώ έχουν ευλογία από τον πνευματικό να κοινωνήσουν,
διστάζουν.
– Δεν θα ρυθμίσει κανείς μόνος του, αν θα κοινωνήσει ή όχι. Αν μόνος του
αποφασίζει να κοινωνήσει ή να μην κοινωνήσει, θα το εκμεταλλευτεί ο διάβολος
και θα του ανοίξει δουλειά. Πολλές φορές νομίζουμε ότι είμαστε άξιοι, ενώ δεν
είμαστε, ή άλλοτε σύμφωνα με τον νόμο πράγματι δεν είμαστε άξιοι, αλλά
σύμφωνα με το πνεύμα των Αγίων Πατέρων χρειάζεται η θεία μετάγγιση για
νοσηλεία και η θεία παρηγοριά, γιατί από την πολλή συντριβή της μετανοίας
μπορεί να έρθει από τα δεξιά ο εχθρός και να μας ρίξει σε απόγνωση.
– Δηλαδή, Γέροντα, κάθε πότε πρέπει να κοινωνάει κανείς;
– Το κάθε πότε πρέπει να κοινωνάει κανείς και το πόσο πρέπει να νηστεύει πριν
από τη θεία Κοινωνία δεν μπαίνουν σε καλούπι. Ο πνευματικός θα καθορίζει με
διάκριση κάθε πότε θα κοινωνάει και πόσο θα νηστεύει, ανάλογα με την αντοχή
που έχει. Παράλληλα θα τον οδηγεί και στην πνευματική νηστεία, την αποχή από
τα πάθη, ρυθμίζοντάς την και αυτήν ανάλογα με την πνευματική του ευαισθησία,
ανάλογα δηλαδή με το πόσο συναισθάνεται το σφάλμα του, και έχοντας υπ’ όψιν
του το κακό που μπορεί να κάνη ο εχθρός πολεμώντας μια ευαίσθητη ψυχή, για να
την φέρει σε απόγνωση. Σε πτώσεις λ.χ. σαρκικές, για τις οποίες δίνεται κανόνας
σαράντα ημερών αποχής από την θεία Κοινωνία, μπορεί ο διάβολος να ρίξει πάλι
την ψυχή στις τριάντα πέντε ημέρες και, αν δοθεί νέος κανόνας σαράντα ημερών,
ο διάβολος θα πάρει φαλάγγι την ψυχή, οπότε ζαλίζεται και απελπίζεται. Σ’ αυτές
τις περιπτώσεις μπορεί ο πνευματικός, μετά τον πρώτο κανόνα, να πει: «κοίταξε,
πρόσεξε μια εβδομάδα και να κοινωνήσεις», και ύστερα να κοινωνάει συνέχεια σε
κάθε θεία Λειτουργία, για να μπορέσει να πάρει επάνω της η ψυχή και να πάει ο
διάβολος πέρα. Ένας πάλι που ζει πνευματική και προσεκτική ζωή θα προσέρχεται
στο μυστήριο, όποτε αισθάνεται την θεία Κοινωνία ως ανάγκη και όχι από
συνήθεια, αλλά και αυτό θα γίνεται με την ευλογία του πνευματικού του.
Η χρήση των επιτιμίων
– Γέροντα, η ακριβής τήρηση των εντολών βοηθάει να έχουμε την αίσθηση
του Θεού;
-Ποιων εντολών; του Μωσαϊκού Νόμου;
29
– Όχι, του Ευαγγελίου.
– Η τήρηση των εντολών βοηθάει, αλλά η σωστή τήρηση, γιατί μπορεί κανείς να
τηρεί τις εντολές και λανθασμένα. Στην πνευματική ζωή χρειάζεται η θεία
δικαιοσύνη και όχι η ξερή εφαρμογή του νόμου. Βλέπουμε και οι Άγιοι Πατέρες με
πόση διάκριση έλεγαν να εφαρμόζονται οι ιεροί κανόνες! Ο Μέγας Βασίλειος, ο πιο
αυστηρός Πατέρας της Εκκλησίας, που έχει γράψει τους πιο αυστηρούς κανόνες,
αναφέρει τον κανόνα που ισχύει για μια αμαρτία, αλλά μετά ο ίδιος προσθέτει:
«Μην εξετάζεις χρόνο αλλά τρόπο μετανοίας». Δηλαδή, αν δύο άνθρωποι κάνουν
την ίδια αμαρτία, ο πνευματικός, ανάλογα με την μετάνοια του καθενός, μπορεί
στον έναν να βάλει κανόνα να μην κοινωνήσει δύο χρόνια και στον άλλον δύο
μήνες. Τόση διαφορά δηλαδή!
– Γέροντα, το επιτίμιο βοηθάει να κοπή ένα πάθος;
– Πρέπει να καταλάβει ότι το επιτίμιο θα τον βοηθήσει. Αλλιώς, τι να πει κανείς;
Αν προσπαθείς να διορθώσεις έναν άνθρωπο με το ξύλο, δεν κάνεις τίποτε. Την
ημέρα της Κρίσεως ο Χριστός σ’ εσένα, που πήγες να τον διορθώσεις δια της βίας,
θα πει: «Διοκλητιανός ήσουν;» και σ’ εκείνον θα πει: «Ότι έκανες, το έκανες δια της
βίας». Δεν θα τον πνίξουμε τον άλλο, για να τον στείλουμε στον Παράδεισο, αλλά
θα τον βοηθήσουμε να ζητήσει μόνος του να κάνη κάποια άσκηση. Να φθάσει να
χαίρεται γιατί ζει, να χαίρεται γιατί πεθαίνει.
Τα επιτίμια είναι στην διάκριση του πνευματικού. Στους εν ψυχρώ αμαρτάνοντας
ο πνευματικός πρέπει να είναι ανυποχώρητα αυστηρός. Αυτόν που νικιέται, αλλά
μετανοεί, ταπεινώνεται, ζητάει με συστολή συγχώρεση, θα τον βοηθάει με
διάκριση να πλησιάσει πάλι στον Θεό. Έτσι έκαναν και τόσοι Άγιοι. Ο Άγιος
Αρσένιος ο Καππαδόκης λ.χ. ως πνευματικός συνήθως δεν έβαζε κανόνα στους
ανθρώπους. Προσπαθούσε να τους φέρει σε συναίσθηση, ώστε από φιλότιμο να
ζητήσουν μόνοι τους να κάνουν άσκηση ή ελεημοσύνες ή άλλου είδους καλοσύνες.
Όταν έβλεπε κανένα παιδάκι δαιμονισμένο ή παράλυτο και καταλάβαινε ότι οι
γονείς ήταν αιτία που ταλαιπωρείται το καημένο, θεράπευε πρώτα το παιδί και
έδινε κανόνα στους γονείς, για να προσέχουν στην συνέχεια.
Μερικοί λένε: «Α, ο τάδε πνευματικός είναι πολύ πατερικός. Πολύ αυστηρός! Είναι
έξυπνος, έχει μνήμη, ξέρει το Πηδάλιο απ’ έξω». Ένας πνευματικός όμως που
εφαρμόζει κατά γράμμα τους κανόνες που αναφέρει το Πηδάλιο μπορεί να κάνη
κακό στην Εκκλησία. Δεν βοηθάει να πάρει ο πνευματικός το Πηδάλιο και να
αρχίσει: «Τι αμαρτία έκανες εσύ; Αυτή. Τι γράφει εδώ γι’ αυτήν την περίπτωση;
Τόσα χρόνια αποχή από την θεία Κοινωνία! Εσύ τι έκανες; Αυτό. Τι γράφει εδώ;
Αυτόν τον κανόνα!».
– Πρέπει, Γέροντα, κανείς να λαμβάνει υπ’ όψιν του δεκάδες πράγματα.
– Ναι, ιδίως στην σημερινή εποχή δεν είναι να πάει κανείς να εφαρμόσει όλον τον
νόμο της Εκκλησίας με μια αδιάκριτη αυστηρότητα, αλλά πρέπει να καλλιεργήσει
το φιλότιμο στους ανθρώπους. Να κάνη πρώτα δουλειά στον εαυτό του, για να
μπορεί να βοηθάει τις ψυχές, αλλιώς θα σπάζει κεφάλια.
30
Το Πηδάλιο λέγεται πηδάλιο, γιατί οδηγεί προς την σωτηρία τον άνθρωπο πότε με
τον έναν τρόπο και πότε με τον άλλον, όπως ο καραβοκύρης πάει το πηδάλιο πότε
αριστερά και πότε δεξιά, για να βγάλει το καράβι στην ακτή. Αν το πάει ολόισια,
χωρίς να στρίψει όπου χρειάζεται, θα ρίξει το καράβι πάνω στα βράχια, θα το
βουλιάξει και θα πνιγούν οι άνθρωποι. Αν ο πνευματικός χρησιμοποιεί τους
κανόνες σαν… κανόνια, και όχι με διάκριση, ανάλογα με τον άνθρωπο, με την
μετάνοια που έχει κ.λπ., αντί να θεραπεύει ψυχές, θα εγκληματεί.
Η συγχωρητική ευχή
Μερικοί πνευματικοί έχουν ένα τυπικό: Όταν δεν επιτρέπεται ο εξομολογούμενος
να κοινωνήσει, δεν του διαβάζουν συγχωρητική ευχή. Υπάρχουν και άλλοι που
λένε: «Είναι η γραμμή μας να μη διαβάζουμε πάντοτε συγχωρητική ευχή». Αυτό
είναι κάτι σαν προτεσταντικό… Ήρθε ένα παιδί στο Καλύβι που είχε μερικές
πτώσεις. Πήγε, εξομολογήθηκε, αλλά δεν του διάβασε συγχωρητική ευχή ο
πνευματικός. Το καημένο, το έπιασε απελπισία. «Για να μη μου διαβάσει ευχή ο
πνευματικός, άρα δεν με συγχωράει ο Θεός», σκέφθηκε και πήγαινε για
αυτοκτονία. «Να πας, του λέω, στον πνευματικό να σου διαβάσει ευχή. Και αν δεν
σου διαβάσει αυτός, να πας σε άλλον πνευματικό».
Χωρίς συγχωρητική ευχή θα έχει συνέχεια πτώσεις ο άνθρωπος, γιατί δεν χάνει ο
διάβολος τα δικαιώματα. Πώς να παλέψει ο άνθρωπος, αφού ο διάβολος έχει
ακόμη δικαιώματα; Δεν είναι ελευθερωμένος· δέχεται δαιμονικές επιδράσεις. Ενώ
με την συγχωρητική ευχή κόβονται οι επιδράσεις, γίνεται ανακατάληψη του
εδάφους, οπότε ο καημένος βοηθιέται και μπορεί να παλέψει, να αγωνισθεί, για να
απαλλαγή από τα πάθη.
31
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Η εργασία του πνευματικού στις ψυχές
Ο χειρισμός της ψυχής είναι λεπτός
– Γέροντα, μερικοί χαρακτήρες που είναι δύσκολοι, στριμμένοι, πως θα
βοηθηθούν;
– Εγώ σαν μαραγκός δούλευα και στριμμένα ξύλα. Χρειαζόταν όμως υπομονή,
γιατί τα στριφτά ξύλα τα πλανίζεις από ‘δώ, σηκώνουν αντιξυλιά, τα πλανίζεις
από ‘κεί, σηκώνουν πάλι αντιξυλιά. Τα έτριβα λοιπόν με το διπλό λεπίδι λίγο από
τι μια μεριά κόντρα, λίγο από την άλλη, και έτσι τα έφερνα σε λογαριασμό.
Γίνονταν μάλιστα πολύ όμορφα, επειδή και ωραία νερά έχουν και δεν σπάζουν
εύκολα· έχουν πολλή αντοχή. Αν δεν το ήξερες αυτό, μπορεί να τα έβλεπες έτσι
και να τα πετούσες. Θέλω να πω, και οι άνθρωποι που έχουν δύσκολο χαρακτήρα,
έχουν μέσα τους δυνάμεις και, να αφεθούν να τους δουλέψεις, μπορούν να κάνουν
άλματα στην πνευματική ζωή, αλλά χρειάζεται να διαθέσεις αρκετό χρόνο.
Ύστερα, ποτέ δεν χρησιμοποιούσα μεγάλες πρόκες, για να σφίξω δυο στραβές
σανίδες, αλλά πρώτα τις πλάνιζα, τις έφερνα σε λογαριασμό, και τις ένωνα με ένα
καρφάκι. Δεν τις ζόριζα, για να σφίξουν, γιατί, όταν τις στραβές σανίδες
προσπαθούμε να τις κάνουμε να εφαρμόσουν με μεγάλες πρόκες, θα σχισθούν και
πάλι θα βγουν από την ζορισμένη εφαρμογή τους, οπότε τι καταλάβαμε;
Χρειάζεται διάκριση και ξανά διάκριση, όταν έχει κανείς να κάνη με ψυχές. Στην
πνευματική ζωή δεν υπάρχει μία συνταγή, ένας κανόνας. Η κάθε ψυχή έχει την
δική της ποιότητα και χωρητικότητα. Υπάρχουν δοχεία με μεγάλη χωρητικότητα
και δοχεία με μικρή χωρητικότητα. Άλλα είναι πλαστικά και δεν αντέχουν πολύ
και άλλα είναι μεταλλικά και αντέχουν. Όταν ο πνευματικός γνωρίσει την
ποιότητα και την χωρητικότητα της ψυχής, θα ενεργεί ανάλογα με τις δυνατότητες
και με την κληρονομικότητα που έχει, και με την πρόοδο που έχει κάνει. Η
συμπεριφορά του θα είναι ανάλογη με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο
εξομολογούμενος, με την αμαρτία που έκανε, και με ένα σωρό άλλα. Στον αναιδή
θα προσέξει να μη δίνη δικαίωμα για αναίδεια. Την ευαίσθητη ψυχή θα κοιτάξει
πώς να την βοηθήσει να αντιμετωπίσει με ανδρισμό τα προβλήματά της.
Επίσης θέλει προσοχή να μη βασίζεται κανείς σ’ αυτό που βλέπει εξωτερικά σ’
έναν άνθρωπο και να μην πιστεύει εύκολα αυτά που του λένε και βγάζει
συμπεράσματα, ειδικά αν δεν έχει το χάρισμα να βλέπει βαθύτερα. Μερικές
σανίδες, ενώ φαίνονται κατάγερες απ’ έξω, μέσα είναι όλο ίνες. Όταν πλανισθεί
το χνούδι που έχουν απ’ έξω, τότε δείχνουν τι είναι. Άλλες πάλι, ενώ απ’ έξω
φαίνονται άχρηστες, μέσα είναι δαδένιες.
Ο χειρισμός της ψυχής είναι λεπτός. Δεν πρέπει να γίνονται λάθη στις συνταγές.
Ο κάθε οργανισμός, βλέπετε, έχει ανάγκη από την βιταμίνη που του λείπει και η
κάθε πάθηση από τα ανάλογα φάρμακα.
32
Να μην αναπαύουμε τον άλλον στα πάθη του
– Γέροντα, όταν κάποια γυναίκα μας πει: «δεν με κατάλαβε ο πνευματικός», τι
πρέπει να της πούμε;
– Πέστε της: «Μήπως εσύ δεν του έδωσες να καταλάβει; Μήπως το σφάλμα είναι
δικό σου;». Σ’ αυτές τις περιπτώσεις να προβληματίζετε τον άλλον, να μην τον
δικαιολογείτε εύκολα. Τα πράγματα είναι πολύ λεπτά. Εδώ, βλέπεις, και τους
πνευματικούς ακόμη τους μπερδεύουν.
– Και αν μας πει ότι δεν αναπαύεται στον πνευματικό της;
– Για να μην αναπαύεται, μήπως φταίει και αυτή, μήπως ζητά να την αναπαύει ο
πνευματικός στο θέλημά της. Κάποιος, ας υποθέσουμε, αδιαφορεί για την
οικογένειά του και έχουν συνέχεια φασαρίες με την γυναίκα του. Θέλει να την
χωρίσει και έρχεται και μου κάνει παράπονα, με την απαίτηση να πάρω το μέρος
του, για να διαλύσω την οικογένεια του! Αν του πω: «εσύ είσαι ένοχος για όλη την
ιστορία», αν δεν συναισθανθεί την ενοχή του, θα πει ότι δεν τον ανέπαυσα. Λένε
δηλαδή μερικού: «δεν με ανέπαυσε ο πνευματικός», γιατί δεν τους λέει να κάνουν
αυτό που θέλουν.
Αν ο πνευματικός δικαιολογεί τα πάθη του καθενός, μπορεί να τους αναπαύσει
όλους, αλλά δεν βοηθιούνται έτσι οι άνθρωποι. Αν είναι να αναπαύουμε τον
καθέναν στα πάθη του, τότε ας αναπαύσουμε και τον διάβολο. Έρχεσαι λ.χ. εσύ
και μου λες: «Η τάδε αδελφή μου μίλησε άσχημα». «Ε, σου λέω, μη δίνης σημασία
σ’ αυτήν», και σε αναπαύω. Έρχεται μετά από λίγο αυτή η αδελφή και μου λέει για
σένα: «Η τάδε αδελφή έτσι και έτσι έκανε». «Ε, τώρα, της λέω, καλά, δεν την ξέρεις
αυτήν; Μην την παίρνεις και στα σοβαρά». Την ανέπαυσα και αυτήν. Έτσι όλους
τους αναπαύω, αλλά και όλους τους πεδικλώνω! Ενώ πρέπει να σου πω: «έλα εδώ·
για να σου μιλήσει έτσι η αδελφή, κάτι της έκανες», οπότε θα αισθανθείς την
ενοχή σου και θα διορθωθείς. Γιατί, από την στιγμή που θα αισθανθείς την ενοχή
σου, όλα θα πάνε καλά. Η πραγματική ανάπαυση έρχεται, όταν τοποθετηθεί ο
άνθρωπος σωστά.
Σκοπός είναι πως θα αναπαυθούμε στον Παράδεισο, όχι πως θα αναπαυθούμε
στην γη. Είναι μερικοί πνευματικοί που αναπαύουν τον λογισμό του άλλου, και
μετά εκείνος λέει: «πολύ με ανέπαυσε ο πνευματικός», αλλά μένει αδιόρθωτος.
Ενώ πρέπει να βοηθήσουν τον άνθρωπο να βρει τα κουσούρια του, να διορθωθεί
και στην συνέχεια να τον κατευθύνουν. Τότε μόνον έρχεται η πραγματική
ανάπαυση. Το να αναπαύσεις τον άλλον στα πάθη του, δεν είναι βοήθεια· αυτό για
μένα είναι έγκλημα.
Για να μπορέσει να βοηθήσει ο πνευματικός δύο ανθρώπους που έχουν σχέση,
πρέπει να έχει επικοινωνία και με τους δύο. Όταν ακούει λ.χ. λογισμούς δύο
ανθρώπων που έχουν διαφορές, πρέπει να γνωρίζει και τις δύο ψυχές, γιατί ο
καθένας μπορεί να παρουσιάζει το θέμα, όπως το καταλαβαίνει. Και να δεχθεί να
λύση τις διαφορές τους, μόνον αν δεχθούν να τις λύσει σύμφωνα με το Ευαγγέλιο,
γιατί όλες οι άλλες λύσεις είναι ένας συνεχής πονοκέφαλος και χρειάζονται
συνέχεια ασπιρίνες. Ύστερα να βάλει τον καθέναν στην θέση του, να μη δικαιώσει
33
κανέναν. Να πει στον καθέναν τα κουσούρια του, οπότε πελεκιέται το ένα στραβό,
πελεκιέται και το άλλο, και έτσι συμφωνούν και συνεννοούνται.
Το μόνο καλό που έχω είναι αυτό: ποτέ δεν δικαιώνω κανέναν, έστω και αν δεν
φταίει. Όταν λ.χ. έρχονται οι γυναίκες και μου λένε ότι έχουν προβλήματα στην
οικογένεια και φταίει ο άνδρας, κατσαδιάζω τις γυναίκες. Όταν έρχονται οι άνδρες
και κάνουν παράπονα για τις γυναίκες, κατσιάζω τους άνδρες. Δεν αναπαύω τον
λογισμό τους, αλλά λέω τα στραβά του καθενός. Λέω στον καθέναν αυτό που του
χρειάζεται, για να βοηθηθεί. Αλλιώς φεύγει αναπαυμένος ο ένας, φεύγει
αναπαυμένος ο άλλος, και στο σπίτι πιάνονται μεταξύ τους. «Είχε δίκιο που μου
είπε για σένα έτσι!». «Και σ’ εμένα ξέρεις τι είπε για σένα;». Θέλω να πω, κανέναν
δεν αναπαύω στα πάθη του. Πολλούς μάλιστα τους μαλώνω πολύ – φυσικά για το
καλό τους -, αλλά φεύγουν πραγματικά αναπαυμένοι. Μπορεί να φεύγουν
πικραμένοι, αλλά μέσα τους καταλαβαίνουν ότι εγώ πικράθηκα πιο πολύ από
αυτούς, και αυτό τους πληροφορεί.
– Μερικοί, Γέροντα, νιώθουν σιγουριά, όταν τους μαλώνετε.
– Ναι, γιατί δεν τον μαλώνω τον άλλον ξερά. Θα του πω ότι έχει αυτά τα καλά, για
να τα αξιοποιήσει, και αυτά τα κουσούρια, για να τα διορθώσει. Όταν δεν του πεις
την αλήθεια, τότε, σε μια στιγμή που δεν κολακεύεται, παλαβώνει.
Αντιμετώπιση περιπτώσεων απελπισίας
Ήρθε κάποιος νεαρός αναστατωμένος και μου είπε: «Γέροντα, δεν πρόκειται να
διορθωθώ. Μου είπε ο πνευματικός μου: ‘’αυτά είναι και κληρονομικά…’’». Τον
είχε πιάσει απελπισία. Εγώ, όταν μου πει κάποιος ότι έχει προβλήματα κ.λπ., θα
του πω: «Αυτό συμβαίνει γι’ αυτόν και γι’ αυτόν τον λόγο· για ν’ αλλάξεις, πρέπει
να κάνης εκείνο κι εκείνο». Έχει λ.χ. κάποιος έναν λογισμό που τον βασανίζει και
δεν κοιμάται, παίρνει χάπια για το κεφάλι, για το στομάχι και με ρωτάει: «Να
κόψω τα χάπια;». «Όχι, του λέω, να μην κόψης τα χάπια. Να πετάξεις τον λογισμό
που σε βασανίζει και ύστερα να τα κόψεις. Αν δεν πετάξεις τον λογισμό, έτσι θα
πας· θα ταλαιπωρείσαι». Γιατί, τι θα ωφελήσει να κόψη τα χάπια, όταν κρατάει
μέσα του τον λογισμό που τον βασανίζει;
Καλά είναι ο πνευματικός να μη φθάνει μέχρι του σημείου να ανάβει κόκκινο φως.
Να ανέχεται λίγο μία κατάσταση, αλλά φυσικά πρέπει και ο άλλος να δουλεύει
σωστά, για να βοηθηθεί. Ένας νεαρός ζόρισε κάποια φορά την αρραβωνιαστικιά
του – ποιος ξέρει τι της έλεγε; – και εκείνη από την αγανάκτησή της πήρε το
αυτοκίνητο και έφυγε και στον δρόμο σκοτώθηκε. Μετά ο νεαρός ήθελε να
αυτοκτονήσει, γιατί ένιωθε ότι αυτός έγινε αιτία και σκοτώθηκε η κοπέλα. Όταν
ήρθε και μου το είπε, αν και στην ουσία είχε κάνει έγκλημα, τον παρηγόρησα και
τον έφερα σε λογαριασμό. Έπειτα όμως το έριξε τελείως έξω, έγινε τελείως
αδιάφορος, βρήκε εν τω μεταξύ και μια άλλη. Όταν ξαναήρθε μετά από δύο-τρία
χρόνια, του έδωσα ένα τράνταγμα γερό, γιατί τότε δεν υπήρχε κίνδυνος να
αυτοκτονήσει. Χρειαζόταν το τράνταγμα, αφού δεν υπήρχε αναγνώριση. «Δεν
καταλαβαίνεις, του είπα, ότι έκανες φόνο, ότι έγινες αιτία και σκοτώθηκε η
κοπέλα;». Αν δούλευε σωστά, θα συνέχιζε να υποφέρει, αλλά θα ανταμειβόταν με
34
θεϊκή παρηγοριά· δεν θα έφθανε σ’ αυτήν την κατάσταση την αλήτικη της
αδιαφορίας.
Θέλει δηλαδή πολλή προσοχή. Κάνει κάποιος ένα σφάλμα και πέφτει στην
απελπισία. Εκείνη την στιγμή μπορεί να τον παρηγορήσεις, αλλά, για να μη
βλαφθεί, χρειάζεται και το δικό του φιλότιμο. Μια φορά είχε έρθει στο Καλύβι ένα
νέο παιδί απελπισμένο, γιατί έπεφτε σε σαρκική αμαρτία και δεν μπορούσε να
απαλλαγή από αυτό το πάθος. Είχε πάει σε δύο πνευματικούς που προσπάθησαν
με αυστηρό τρόπο να το βοηθήσουν να καταλάβει ότι είναι βαρύ αυτό που κάνει.
Το παιδί απελπίσθηκε. «Αφού ξέρω ότι αυτό που κάνω είναι αμαρτία, είπε, και δεν
μπορώ να σταματήσω να το κάνω και να διορθωθώ, θα κόψω κάθε σχέση μου με
τον Θεό».όταν άκουσα το πρόβλημά του, το πόνεσα το καημένο και του είπα:
«Κοίταξε, ευλογημένο, ποτέ να μην ξεκινάς τον αγώνα σου από αυτά που δεν
μπορείς να κάνης, αλλά από αυτά που μπορείς να κάνης. Για να δούμε τι μπορείς
να κάνης, και να αρχίσεις από αυτά. Μπορείς να εκκλησιάζεσαι κάθε Κυριακή;».
«Μπορώ», μου λέει. «Μπορείς να νηστεύεις κάθε Τετάρτη και Παρασκευή;».
«Μπορώ». «Μπορείς να δίνης ελεημοσύνη το ένα δέκατο από τον μισθό σου ή να
επισκέπτεσαι αρρώστους και να τους βοηθάς;». «Μπορώ». «Μπορείς να
προσεύχεσαι κάθε βράδυ, έστω κι αν αμάρτησες, και να λες ‘’Θεέ μου, σώσε την
ψυχή μου’’;». «Θα το κάνω, Γέροντα», μου λέει. «Άρχισε λοιπόν, του λέω, από
σήμερα να κάνης όλα αυτά που μπορείς, και ο παντοδύναμος Θεός θα κάνη το ένα
που δεν μπορείς». Το καημένο ηρέμησε και συνέχεια έλεγε: «Σ’ ευχαριστώ, πάτερ».
Είχε, βλέπεις, φιλότιμο και ο Καλός Θεός το βοήθησε.
Αυστηρότητα στους αναιδείς, επιείκεια στους φιλότιμους
Αν ένας άνθρωπος έχει αγαθή προαίρεση, αλλά δεν βοηθήθηκε από μικρός, δεν
είναι κολακεία να του πεις τα καλά που βλέπεις σ’ αυτόν, γιατί κατ’ αυτόν τον
τρόπο βοηθιέται και αλλοιώνεται, επειδή δικαιούται και την θεία βοήθεια. Είπα σε
κάποιον: «Εσύ είσαι καλός. Δεν ταιριάζουν σ’ εσένα αυτά που κάνεις». Του το είπα
αυτό, γιατί είδα το καλό του χωράφι και τον κακό σπόρο που είχε ρίξει. Είδα ότι
εσωτερικά ήταν καλός και, ό,τι κακό έκανε, ήταν εξωτερικό. Δεν του είπα: «είσαι
καλός», για να τον κολακέψω, αλλά για να τον βοηθήσω, να του κινήσω το
φιλότιμο.
Μερικοί έχουν το εξής τυπικό: Έχει, δεν έχει ο άλλος κάποιο χάρισμα, του λένε:
«δεν έχει χάρισμα», δήθεν για να μην υπερηφανευθεί και βλαφτεί. Ένα ισοπέδωμα
δηλαδή. Όταν όμως απελπίζεται ο άλλος για το κακό που κάνει, απελπίζεται και
για το καλό που έχει, τότε πως θα ξεθαρρέψει, για να αγωνισθεί με προθυμία;
Ενώ, αν του πεις τα καλά που έχει και του καλλιεργήσεις το φιλότιμο και την
αρχοντιά, βοηθιέται, αναπτύσσεται και προχωράει.
Εγώ έχω τυπικό, όταν βλέπω ότι κάποιος έχει ένα χάρισμα ή ότι πάει καλά στον
αγώνα του, να του το λέω και, όταν βλέπω κάτι στραβό, να παίρνω βρεγμένη
σανίδα… Δεν σκέφτομαι μήπως βλαφτεί η ψυχή με τον πρώτο ή τον δεύτερο
τρόπο, επειδή και οι δύο τρόποι έχουν αγάπη. Αν βλαφτεί από την συμπεριφορά
μου, αυτό σημαίνει ότι θα έχει βλάβη. Αν π.χ. η εικόνα που έκανε μια αδελφή είναι
καλή, θα της πως ότι είναι καλή. Αν δω ότι υπερηφανεύθηκε και αρχίζει να
35
αποκτάει αναίδεια, θα της δώσω μια και θα την κάνω πέρα. Φυσικά, αν
υπερηφανευτεί, θα κάνη μετά καρικατούρες, οπότε θα φάει άλλο μάλωμα. Αν
ταπεινωθεί ξανά, θα κάνη πάλι καλή δουλειά. Εμένα αρρωστημένα πράγματα δεν
με αναπαύουν. Στραμπουλιγμένα πράγματα δεν τα μπορώ. Θα τα κάνω έτσι από
‘δώ, έτσι από ‘κεί, ώστε να βρουν την θέση τους. Τι; θα οικονομάω αρρωστημένες
καταστάσεις;
– Γέροντα, όταν ο αναιδής γίνεται πιο αναιδής από το ενδιαφέρον που του
δείχνεις, πως θα τον βοηθήσεις;
– Να σου πω, όταν βλέπω ότι ο άλλος δεν βοηθιέται από το ενδιαφέρον μου, την
καλοσύνη, την αγάπη, τότε λέω ότι δεν έχω συγγένεια μαζί του και αναγκάζομαι
να μην του φέρομαι με καλοσύνη. Κανονικά, όσο καλοσύνη σου δείχνουν, τόσο
πρέπει να αλλοιώνεσαι, να διαλύεσαι, να λιώνεις.
Παλιά τι είχε συμβεί με κάποιον. Στην αρχή, για να τον βοηθήσω, αναγκάστηκα
να του πω μερικά θεία γεγονότα που είχα ζήσει. Αντί όμως να πει: «Θεέ μου, πώς
να Σε ευχαριστήσω γι’ αυτήν την παρηγοριά κ.λπ.» και να διαλυθεί, πήρε θάρρος
και φερόταν με αναίδεια. Τότε κράτησα μια αυστηρή στάση. «Θα τον βοηθώ, είπα,
από μακριά με την προσευχή». Αυτό το έκανα, όχι γιατί δεν τον αγαπούσα, αλλά
γιατί αυτός ο τρόπος θα τον βοηθούσε.
– Και αν, Γέροντα, καταλάβει, το λάθος του και ζητήσει συγγνώμη;
– Αν το καταλάβει, εντάξει, μπορούμε να συνεννοηθούμε. Διαφορετικά, αν δεν
βοηθιέται από το φιλότιμό μου, δεν βρίσκω ανταπόκριση, και δεν έχω συγγένεια
μαζί του. Όταν ο άλλος έχει ευλάβεια, ταπείνωση, δεν έχει αναίδεια, κι εσύ
κινείσαι απλά. Εγώ εξ αρχής φέρομαι σε όλους με άνεση και απλότητα. Δεν
φέρομαι περιορισμένα, δήθεν για να μη δώσω θάρρος στον άλλον και τον βλάψω.
Δίνομαι ολόκληρος, για να βοηθηθεί, να αναπτυχθεί μέσα σ’ ένα κλίμα αγάπης,
και σιγά-σιγά του λέω τα κουσούρια του. Τον θεωρώ αδελφό μου, πατέρα μου,
παππού μου, ανάλογα με την ηλικία του. Κάνω λιακάδα, για να βγουν όλα τα
φίδια, οι σκορπιοί, τα σκαθάρια – τα πάθη -, και ύστερα τον βοηθάω να τα
σκοτώσει. Αν όμως δω ότι δεν το εκτιμάει αυτό και δεν βοηθιέται από την
συμπεριφορά μου, αλλά εκμεταλλεύεται την απλότητά μου και την αληθινή
αγάπη μου και αρχίζει να φέρεται με αναίδεια, τραβιέμαι σιγά-σιγά, για να μη
γίνει περισσότερα αναιδής. Αλλά στην αρχή δίνομαι ολόκληρος, γι’ αυτό μετά έχω
αναπαυμένη την συνείδησή μου. Μια φορά στην Μονή Στομίου είχα πάρει ένα
παιδί, για να το βοηθήσω, να του μάθω και την τέχνη του μαραγκού. Του
φερόμουν με πολλή καλοσύνη, τον είχα σαν αδελφό. Έβλεπα όμως μερικά
πράγματα που δεν με ανέπαυαν. Μια φορά τον ρωτάω: «Τι ώρα είναι;». «Με τα
μυαλά τα δικά σου πάει το ρολόι!», μου λέει. Ε, τότε είπα: «Δεν συμφέρει να
συνεχίσω έτσι. Θα συμμαζέψω σιγά-σιγά ‘’τα μυαλά μου’’, γιατί δεν ωφελείται».
Κανονικά αυτός, αν ήταν φιλότιμος, έτσι όπως του φερόμουν, έπρεπε να διαλυθεί.
Αλλά είδα ότι δεν με χωρούσε, δεν με καταλάβαινε. Ύστερα μόνος του έφυγε. Δεν
τον έδιωξα. Βλέπεις, η ανοχή, η αγάπη κάνουν τον αναιδή πιο αναιδή και τον
φιλότιμο πιο φιλότιμο.
36
Η καλοσύνη βλάπτει τον αμετανόητο
– Γέροντα, θυμάμαι, μια φορά με είχατε μαλώσει πολύ.
– Αν χρειασθεί, πάλι θα σε μαλώσω, για να πάμε όλοι μαζί στον Παράδεισο. Τώρα
θα λάβω δρακόντεια μέτρα!… Κοίταξε, έχω τυπικό πρώτα να δώσω στον άλλον να
καταλάβει ότι χρειάζεται το μάλωμα και ύστερα να τον μαλώσω. Καλά δεν κάνω;
Εγώ, επειδή μαλώνω τον άλλον, όταν βλέπω να κάνη κάτι βαρύ, γίνομαι κακός.
Αλλά τι να κάνω; να αναπαύω καθέναν στο πάθος του, για να είμαι τάχα καλός
μαζί του, και μετά να πάμε όλοι μαζί στην κόλαση; Ποτέ δεν με πειράζει η
συνείδηση, όταν μαλώνω κάποιον ή του κάνω παρατήρηση κι εκείνος
στενοχωριέται, γιατί από αγάπη το κάνω, για το καλό του. Βλέπω ότι δεν
καταλαβαίνει πόσο πλήγωσε τον Χριστό με αυτό που έκανε, γι’ αυτό τον μαλώνω.
Εγώ πονάω, λειώνω εκείνη την ώρα, αλλά δεν με πειράζει η συνείδηση, γιατί τον
μάλωσα. Μπορώ να πάω να κοινωνήσω ήσυχος, χωρίς να εξομολογηθώ. Νιώθω
μέσα μου μια παρηγοριά, μια χαρά. Γιατί για μένα παρηγοριά και χαρά είναι η
σωτηρία της ψυχής.
– Γέροντα, μου περνά ο λογισμός ότι μου μιλάτε παρηγορητικά, ή γιατί δεν
σηκώνω την αυστηρότητα ή γιατί μου έχετε πει πολλές φορές να κάνω κάτι
και δεν το έκανα, οπότε με αφήνετε.
– Ευλογημένη ψυχή, με την σωτηρία της ψυχής σου θα παίζω; Ο νέος κάνει πρόβες.
Ο μεγάλος έχει κρίση και βαδίζει σταθερά. Να νιώθεις σιγουριά. Αν δω κάτι
στραβό, είτε από μακριά είτε από κοντά, θα σου το πω. Εσύ έχε εμπιστοσύνη και
ειρήνευε. Α, δεν μ’ έχετε καταλάβει εμένα! Έτσι εύκολα θα αναπαύω λογισμούς;
Όταν βλέπω ότι η ψυχή είναι ευαίσθητη ή συγκλονίζεται ολόκληρη από την
συναίσθηση του σφάλματός της, τι να πω; Τότε την παρηγορώ, για να μην πέσει
στην απελπισία. Όταν όμως βλέπω πέτρα την καρδιά, τότε μιλώ αυστηρά, για να
την ταρακουνήσω. Αν ένας προχωράει προς τον γκρεμό και του λέω: «προχώρα,
πολύ καλά πας», δεν εγκληματώ; Το κακό με μερικούς είναι που δεν πιστεύουν,
όταν τους λες να μην ανησυχούν, και βασανίζονται. Αν δω κάτι κακό, πως δεν θα
το πω; Πως να αφήσεις τον άλλον να πάει στην κόλαση; Όταν έχεις ευθύνη, θα
βάλεις και τις φωνές, όταν χρειάζεται. Για μένα πιο καλά είναι να μη μιλάω, αλλά
δεν μπορώ, όταν έχω ευθύνη.
Ύστερα να προσέξει κανείς το εξής: Μου κάνεις λ.χ. ένα κακό· εγώ σε συγχωρώ.
Μου ξανακάνεις κάποιο άλλο κακό και πάλι σε συγχωρώ. Εγώ είμαι εντάξει,
αλλά, εάν εσύ δεν διορθώνεσαι, επειδή σε συγχωρώ. Αυτό είναι πολύ βαρύ. Άλλο
εάν δεν μπορείς τελείως να διορθωθείς. Να προσπαθήσεις όμως να διορθωθείς,
όσο μπορείς. Όχι να αναπαύεις τον λογισμό σου και να λες: «Αφού με συγχωρεί,
εντάξει τακτοποιήθηκα και δεν βαριέσαι, δεν χρειάζεται στενοχώρια». Μπορεί
κάποιος να σφάλλει, αλλά αν μετανοεί, κλαίει, ζητάει με συστολή συγχώρηση,
αγωνίζεται να διορθωθεί, τότε υπάρχει η αναγνώριση και πρέπει και ο
πνευματικός να συγχωράει. Αν όμως δεν μετανοεί και συνεχίζει την τακτική του,
δεν μπορεί αυτός που έχει την ευθύνη της ψυχής του να γελάει. Η καλοσύνη τον
αμετανόητο τον βλάπτει.
37
Ο σεβασμός της ελευθερίας του άλλου
– Γέροντα, είναι δυνατόν κανείς συνειδητά να κρύβει μια πτώση του από τον
πνευματικό του;
– Ναι, αλλά, και αν ξέρη ο πνευματικός την πτώση του ή κάτι καταλαβαίνει, δεν
συμφέρει, ούτε θα τον ωφελήσει, να του το πει. Πολλές φορές βλέπω στον αγώνα
του άλλου κάτι, καταλαβαίνω ή ξέρω τι έχει κάνει, όμως από σεβασμό δεν του λέω
τίποτε, αν δεν μου το πει ο ίδιος. Το θεωρώ εκβιασμό, ατιμία, να του το πω, την
στιγμή που εκείνος δεν θέλει μόνος του να το φανερώσει. Είναι λεπτό το θέμα,
γιατί θα τον ρεζιλέψεις. Πως να βιάσης τον άλλον; Υπάρχει ελευθερία. Εκτός αν
δω ότι κινδυνεύει και δεν πρόκειται να βοηθηθεί από αλλού ή ότι έχει άγνοια και
θα σπάσει τα μούτρα του, θα καταστραφεί, τότε θα κοιτάξω με τρόπο να του πω
κάτι.
Είναι καλύτερα να δίνης στον άλλον να καταλαβαίνει που φταίει, εφόσον το
ζητήσει, και να χτυπά μόνος του τον παλαιό του άνθρωπο, γιατί έτσι πονά
λιγότερο. Βλέπεις, κι ένα παιδάκι, όταν πέσει μόνο του και χτυπήσει, κλαίει
λιγότερο απ’ ό,τι κλαίει, αν πέσει, γιατί το έσπρωξε ένα άλλο παιδί. Για να πει
κανείς στον άλλον να κάνει κάτι, πρέπει αυτός που θα το ακούσει να είναι
ταπεινός και αυτός που θα το πει να είναι δέκα φορές πιο ταπεινός και να
προσπαθεί να το εφαρμόζει αυτό που θα πει. Θα κάνω ενάμισι εγώ, για να πω
στον άλλον να κάνη ένα, και πάλι θα σκεφθώ αν το πω.
Βέβαια, ο έλεγχος γίνεται πάντοτε σε άνθρωπο που είναι δικός σου ή γνωστός. Ο
πνευματικός θα δει τι δικαιώματα του έδωσε ο άλλος και τι ευθύνη έχει γι’ αυτόν
και ανάλογα θα φερθεί. Όταν έχει αναλάβει την ευθύνη της ψυχής, τότε
επιβάλλεται ο έλεγχος, φυσικά με διάκριση. Δεν βοηθάει όμως να κάνεις στον
άλλον τον δάσκαλο και να τον ελέγχεις για τις συνήθειές του, αν εκείνος δεν σου
δώσει το δικαίωμα. Είναι σαν να μπει κάποιος στο κελί μου και να μου αλλάξει τα
πράγματα, να μου βάλει το κανδήλι εδώ, το κρεβάτι εκεί, να κρεμάσει το
κομποσχοίνι αλλού, χωρίς να με ρωτήσει.
Αγάπη πνευματικού προς τον εξομολογούμενο
Ο χαριτωμένος πνευματικός αγαπάει και πονάει την ψυχή, γιατί γνωρίζει την
μεγάλη αξία της. Την βοηθάει στην μετάνοια, την ξαλαφρώνει με την
εξομολόγηση, την ελευθερώνει από το άγχος και την οδηγεί στον Παράδεισο. Ο
πνευματικός ονομάζεται «πατήρ», γι’ αυτό πρέπει να προσπαθήσει να είναι
αληθινός πατέρας· να νουθετεί με θεϊκή αγάπη και στοργή. Να έρχεται στην θέση
του κάθε εξομολογούμενου και να ζει τον πόνο του, ώστε ο εξομολογούμενος να
βλέπει στο πρόσωπό του ζωγραφισμένο τον δικό του πόνο. Αυτό χρειάζεται
ιδιαίτερα στην εποχή μας, που οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από λίγο δροσερό νερό,
και όχι από δυνατό ξίδι. Οι περισσότεροι, επειδή δέχονται επιδράσεις δαιμονικές,
δύσκολα δέχονται μια πνευματική συμβουλή ή μια παρατήρηση. Γι’ αυτό και το
μάλωμα πρέπει να γίνεται με αγάπη και η υπόδειξη του σφάλματος με λεπτό
τρόπο, με γέλιο ή με ένα αστείο.
38
Η αγάπη πληροφορεί, ενώ τα ψυχικά πάθη προδίδουν τον άνθρωπο. Όταν δεν
υπάρχει αγάπη, η παρατήρηση μπορεί να γίνεται με όμορφο τρόπο, αλλά ο άλλος
κλωτσάει, γιατί αισθάνεται το ανθρώπινο στοιχείο στην συμπεριφορά μας. Ενώ,
όταν το μάλωμα γίνεται με πόνο και αγάπη, ο άλλος μπορεί να στενοχωριέται,
αλλά στο βάθος δεν πληγώνεται, γιατί νιώθει την αγάπη. Γνωρίζω έναν
πνευματικό που είναι αρκετά παχύς – φυσικά είναι και η κράση του, αλλά μπορεί
και στο φαγητό λίγο να μην προσέχει -, ξέρετε όμως πόσο πονάει για τον άλλον,
πόσο ενδιαφέρεται για τους πονεμένους; Αυτός έχει ταπείνωση, γιατί λέει ότι δεν
κάνει άσκηση, αλλά παράλληλα έχει πολλή καλοσύνη, και έτσι πολλοί
αναπαύονται περισσότερο σ’ αυτόν παρά σε έναν ασκητικό πνευματικό.
Ένας πνευματικός, που δεν είναι αποφασισμένος να πάει ακόμη και στην κόλαση
για την αγάπη των πνευματικών παιδιών του, δεν είναι πνευματικός.
39
Παραπομπές
Το 1966 ο Γέροντας έκανε στο Σανατόριο εγχείρηση στους πνεύμονες, επειδή
έπασχε από βρογχεκτασία.
Στην Ι. Μονή Εσφιγμένου, 1953-1956.
Α’ Τιμ. 6, 12.
Βλ. Οσίου Μάρκου του Ασκητού, Περί των οιομένων εξ έργων δικαιούσθαι, κεφ.
ρνε’, Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών, τόμος Α’, σ. 120.
Βλ. Ψαλμ 106,1.
Βλ. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, σ. 15-40.
Βλ. Γεν. 9, 20-27.
Ψαλμ. 50, 5.
Αντιπρόσωποι του Πατριαρχείου.
Α’ Κορ. 11, 29.
Βλ. Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου, Επιστολή 217, παρ. 84, PG 32, 808B: «Ου γαρ
πάντως τω χρόνω κρίνομεν τα τοιαύτα, αλλά τω τρόπω της μετανοίας προσέχομεν».
Συλλογή Κανόνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία περιέχει τους Ιερούς
Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων, τους Αποστολικούς Κανόνες, καθώς και
τους Κανόνες των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, με σύντομη ερμηνεία. Την
συνέταξαν κατά το 1793 ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και ο μοναχός Αγάπιος.
Δαδένιος,: γερός, ανθεκτικός.
40

Pages